Ο Κλήδονας και οι φωτιές του Αϊ – Γιαννιού

0
885

Ο –ευλογημένος κατά τη χριστιανική-εβραϊκή παράδοση Αϊ Γιάννης (Yah+hanan), στην ελληνική λαϊκή εθιμοτυπία, εκτός από βαπτιστής (Ιωάννης ο Πρόδρομος, που γιορτάζει 7 Γενάρη)  είναι κυρίως ο «λαμπατάρης» ή «ριγανάς».

Ανάβουνε φωτιές στις γειτονιές
του Αη Γιάννη αχ πόσα ξέρεις και μου λες
αχ πόσα τέτοια ξέρεις και μου λες
που ‘χουν πεθάνει

Η σούστα πήγαινε μπροστά” 
Στίχοι : Μάνος Ελευθερίου 
Μουσική : Δήμος Μούτσης 
Πρώτη εκτέλεση : Δημήτρης Μητροπάνος & Πετρή Σαλπέα 
LP – Δήμος Μούτσης ”Αγιος Φεβρουάριος” (1971) 

Κάθε χρόνο στις 23 Ιούνη (κατά τις γραφές παραμονή της γέννησης του Αϊ Γιάννη, σε πολλές περιοχές, λαμβάνουν χώρα δρώμενα που προέρχονται από τα βάθη των χιλιετιών –μεταξύ άλλων, μόλις βραδιάσει, ανάβουν  φωτιές όπου καίνε τα μαγιάτικα στεφάνια μαζί με ξύλα και ξερά κούτσουρα.

Παλιότερα, καίγανε και τα παλιά σκιάχτρα, την παλιά ρίγανη, ξερά φύλα ελιάς και τα ξερόχορτα που δεν είχαν γίνει σανός  για τα ζώα. Το συγκεκριμένο έθιμο έχει καθαρά αρχαιοελληνικές καταβολές αφού μαζί με  τον Άι Γιάννη, υποσυνείδητα λατρεύεται και ο ήλιος των θερινών τροπών (το θερινό ηλιοτρόπιο). 

Μέσα από την δύναμη της φωτιάς, έρχεται η κάθαρση στους ανθρώπους καθώς, τώρα που αρχίζει να μικραίνει η μέρα, αφήνουν πίσω τους κάθε τι κακό, ελπίζοντας σε μία καλύτερη νέα αρχή. Συμβολικά, οι φωτιές που ανάβουν είναι τρεις, στη σειρά, τις οποίες πρέπει να πηδήσουν τρεις φορές.

Το ίδιο συμβολική είναι και η ρίψη ρίγανης και αλατιού στην φωτιά –ευχή να πάνε όλα καλύτερα και τα κακά να μείνουν πίσω. Σήμερα τα αρωματικά φυτά -και ιδιαίτερα τη ρίγανη, δεν τα μαζεύουν κάθε οικογένεια για λογαριασμό της, όπως κάποτε τη συγκεκριμένη εποχή, μια φορά τον χρόνο, καθώς υπάρχει «τσάμπα» στο σουπερμάρκετ και σ’  όλη την διάρκεια του έτους (το ίδιο και ακόμη περισσότερο το αλάτι) έτσι τα έθιμα αυτά όλο και περισσότερο ατονούν και όπου διατηρούνται αυτό γίνεται –ευτυχώς, μέσω πολιτιστικών συλλόγων που το παλεύουν όπως μπορεί ο καθένας. 

Δεδομένου ότι το επίσημο κράτος έχει επιλέξει το δικό του πολιτισμό –αυτόν της αγοράς, της βαρβαρότητας και του αδυσώπητου μονοπωλιακού ανταγωνισμού για το κέρδος. 

Με δραστικό περιορισμό της κρατικής χρηματοδότησης για τον πολιτισμό, που οδήγησε σε ολική κατάρρευση και αφανισμό τις στοιχειώδεις πολιτιστικές δομές και υπηρεσίες και στην επικράτηση της υποκουλτούρας με ρυθμιστές σπόνσορες και «ιδρύματα» (βλ Μαριάννας Βαρδινογιάννη, Γουλανδρή, «Γραμμάτων & Τεχνών -Ίδρυμα Ωνάση, Εμφιετζόγλου, Λαμπράκη, Μποδοσάκη, Σταύρος Νιάρχος, Ευαγγέλου Αβέρωφ- Τοσίτσα, Αλέξανδρος Ωνάσης κλπ)  

Τους παλιούς καλούς καιρούς

Τις βραδινές ώρες, όταν έσβηναν οι φωτιές, οι συμμετέχοντες  στα δρώμενα της γειτονιάς κερνιούνταν από τις νοικοκυρές με  γλυκά και αναψυκτικά προκειμένου να είναι καλότυχη η νέα  χρονιά.

Ένα άλλο έθιμο που συνδέεται με τις φωτιές του Άϊ Γιάννη ήταν αυτό της αυγομαντείας και  αφορούσε τις γυναίκες, ιδιαίτερα τις νεότερες και συνήθως ανύπαντρες, που  ήθελαν να μάθουν τα μελλούμενα.  Έριχναν λοιπόν μέσα σε ένα ποτήρι με νερό το ασπράδι ενός αυγού και από τα σχήματα που αυτό έπαιρνε μέσα στο νερό,  οι μεγαλύτερες, τους εξηγούσαν τα «σημάδια» και προέβλεπαν το μέλλον τους. 

Ήρθαν ξαφνικά και τα θυμήθηκα όλ’ αυτά, 23 Ιούνη παραμονή του «ριγανά», μια και ακόμη και στις παρυφές του κλεινού άστεως –που για εμάς τους πιτσιρικάδες υπήρχαν μόνο χωματόδρομοι και ρέματα και τη Μεσογείων -8 μ πλάτος τότε, τη διαβαίναμε με ευκολία αφού η κίνηση αυτοκινήτων ήταν ασήμαντη και υπήρχαν ακόμη ιππήλατες άμαξες (…η σούστα πήγαινε μπροστά κι ο μάγκας τοίχο-τοίχο).

Παλιά αγαπημένα πατροπαράδοτα ήθη κι έθιμα που σιγά – σιγά ξεφτίζουν, σβήνουν, χάνονται και ξεχνιούνται.

Η λέξη Κλήδονας είναι αρχαία (ομηρική Ιωνική, Κλήηδών – Κλήδων -Κληδών που σημαίνει φήμη, αγγελία, άκουσμα οιωνισμού, μαντική ρήση, ευτυχές μήνυμα).

Εξ ου και η σωστή γραφή με [η] –καμιά σχέση με το κλειδί [ει] 

Γράφει ο Βασίλης Λιόγκαρης στο Ριζοσπάστη:

Σύμφωνα με τις παραδόσεις, ο λαός πιστεύει ότι ο Αϊ Γιάννης φέρνει τύχη γι’ αυτό και λέγεται ριζικάρης αλλά και φανιστής γιατί φανερώνει την τύχη. Ο Κλήδονας γινότανε την παραμονή του Αϊ – Γιαννιού. Μετά τη δύση του ηλίου τα κορίτσια γέμιζαν ένα δοχείο με νερό – το λεγόμενο αμίλητο νερό – μέσα στο οποίο κάθε κοπέλα έριχνε κάποιο δικό της αντικείμενο (δαχτυλίδι, σταυρό, χτένα, σκουλαρίκι, κουμπί κ ά.) που ονομάζονταν “Ριζικάρικο”. 

Σκεπάζανε το δοχείο μ’ ένα ύφασμα και το αφήνανε όλη νύχτα έξω στη δροσιά. Οταν το σκέπαζαν έλεγαν “Κλειδώνουμε τον Κλήδονα στου Αϊ – Γιαννιού τη χάρη κι όποια έχει το καλό να δώσει και να πάρει”.

Την άλλη μέρα το βραδάκι ανοίγανε τον Κλήδονα με τον ακόλουθο στίχο: “Ανοίγουμε τον Κλήδονα στου Αϊ – Γιαννιού τη χάρη κι από ‘χει ριζικό καλό σήμερα να το πάρει”. Υστερα η αρχιμαστόρισσα, η πιο φωνακλού και κακαβρακάτη σήκωνε τις φούστες ψηλά να φαίνονται τα φραντζολάτα κατάλευκα μπούτια, έβγαζε ένα ένα τ’ αντικείμενο, λέγοντας κάποιο δίστιχο που αντιστοιχούσε σ’ αυτήν που το είχε.

Και κα κα κα τα γέλια και τα υπονοούμενα και οι ευχές και τα κουτσομπολιά και οι χαμηλοθωρούσες αλαφροκοκκίνιζαν πυρωμένες τάχατες απ’ την ντροπή, μα κατάβαθα φχαριστημένες.

Την ίδια βραδιά γινότανε στις γειτονιές, τα σοκάκια, τις αλάνες και τις μικροπλατείες το μεγάλο πανηγύρι. Μεγάλοι και μικροί τρέχανε από νωρίς να μαζέψουν κουρελαρία για κάψιμο, παλιοσανίδες, άχυρα, καφάσια και καλάθια, παλιοστρώματα κ.ά. κι απάνω απάνω στη φωτιά οι ξεραμένοι Μάηδες. Λαμπάδιαζε ο ντουνιάς κι άρχιζε το γλέντι. Καιγότανε και φάνταζε ο τόπος. Πηδούσαν οι μεγάλοι τρεις φορές και χίλιες οι πιτσιρικάδες κι όταν διασταυρωνόντανε λέγανε κι από μια ευχή.

Οι φωτιές του Αϊ-Γιαννιού και το πήδημα της φωτιάς είναι από μια άποψη λείψανα των Διονυσιακών Μυστηρίων, κατά τα οποία οι Βακχίδες, στεφανωμένες με κισσούς, κρατούσαν ξύλινα ομοιώματα του Διόνυσου και χόρευαν και πηδούσαν πάνω απ’ τη φωτιά. Η χριστιανική παράδοση λέει πως ο Αγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής που ζούσε στην έρημο, έκαιγε την εποχή αυτή τ’ άγρια χορτάρια στα έλη, για να μην πηγαίνουν τα ζουζούνια και τα κουνούπια και γεννούν τ’ αυγά τους.

Οπως και να το κάνεις, παλιά, αγαπημένα, ξέγνοιαστα κι ανθρώπινα έθιμα που ξέφτισαν και χάθηκαν κι απόμεινε μια μακρινή πικρή ανάμνηση για τα μακρινά πικρά παιδικά μας χρόνια.

Ο Κλήδονας – Ένα κατάλοιπο της “γιορτής των ηλιοστασίων”

Τη γέννηση του Προδρόμου, που γιορτάζεται στις 24 Ιούνη, λίγοι την ξέρουν, σαν γιορτή των γενεθλίων του. Οι πολλοί την ξέρουν, σαν γιορτή τ’ Αϊ – Γιάννη του Κλήδονα, του Κληδονάρη, Ριγανά, Μελά, Αγκαθά, Φωταρά, Φανιστή, Καλογιάννη, Λαμπατάρη, Λαμπαδάρη, Λουμπουρδγιάρη, Μαγκουφάρη, Καψαλιάρη, Γιάγιαννου, Αγιόγιαννου, Παροξυσμού, Παρακαμνιού, Ριζακάρη, Καψοκαλύβα κτλ. (23 Ιούνη).

Σε πολλά μέρη, τούτον τον Αϊ – Γιάννη, τον λένε Αϊ – Γιάννη του Λιτροπιού, του Λουτρόπου, του Λουτροπή, τ’ Αλιτροπιού κτλ., μιλάνε για την τροπή του ήλιου από το καλοκαίρι προς το χειμώνα.

Η γιορτή του Αϊ – Γιάννη, τοποθετημένη μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού, στέκεται ορόσημο ανάμεσα στα δύο ηλιοστάσια του χρόνου. Το ηλιοστάσιο του καλοκαιριού που τελειώνει και το ηλιοστάσιο του χειμώνα που αρχίζει.

Ο λαός μας λέει:

«Ο ήλιος γυρίζει σαν τροχός τ’ Αϊ – Γιαννιού, κι απδάει απ’ το καλοκαίρ(ι) στο χειμώνα».

Και για να ιδούν το μεγάλο τούτο άλμα, που κάνει ο ήλιος, σηκώνονται πρωί – πρωί εκείνη τη μέρα και κοιτάνε την ανατολή. Η πίστη τους αυτή, δεν είναι ξεκάρφωτη. Κρύβει μέσα της τα σπέρματα της ηλιολατρείας και γι’ αυτό πολύ σωστά, ο Burnouf λέει πως «Το έθιμο του κλήδονα είναι υπόλειμμα της γιορτής των ηλιοστασίων». (σσ. Eugène Burnouf Γάλλος λόγιος, Ινδολόγος με μελέτες της σανσκριτικής λογοτεχνίας, μετάφραση του ινδουιστικού κειμένου Bhagavata Purana και του βουδιστικού κειμένου Lotus Sutra κά.) 

Τότε βουβαίνεται κι ο κούκος, λένε. Γι’ αυτό κι η παροιμία: «Βουβάθκι, σαν τον κούκο τ’ Αϊ – Γιαννιού»Και τη λένε, σε περίπτωση, που πιάνουν κάποιον στα ψέματα και δεν μπορεί να δικαιολογηθεί.

Την εποχή αυτή, «αρχίζουν να στρίβουν και τα χορτάρια», λένε οι γεωργοί, θέλοντας να δείξουν, πως τούτον τον καιρό, αρχίζουν να ξεραίνονται και να ωριμάζουν και τα φαρμακευτικά φυτά, η ρίγανη, το τσάι, η μολόχα, το φλαμούρι, το θυμάρι, το φασκόμηλο και άλλα.

Ο κλήδονας δε φανερώνει μόνο τη συναισθηματική ζωή των προγόνων μας, μα και τον πόθο, τη λαχτάρα, την ελπίδα των ανθρώπων, για καλύτερη και πιο ευτυχισμένη ζωή.

Το όνομά του το πήρε απ’ την αρχαία ελληνική λέξη κληδών – κλήδονος, που θα πει φωνή, φήμη, οιωνός και από το ομηρικό ρήμα “κλέω” ή καλέω – καλώ, που θα πει φωνάζω, φημίζω, λέω κάτι προφητικό. Τη λέξη αυτή, τη συναντάμε σ’ όλους τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Ομηρο, Ησίοδο, Ηρόδοτο, Αισχύλο, Σοφοκλή.

Την προφητική τούτη φωνή, που οι αρχαίοι πίστευαν πως έβγαινε από άγνωστους κόσμους, ο Ομηροςτη λέει και “όσσα” και την αποδίδει στο Δία.Γι’ αυτό και ο Δίας λεγόταν και “Κληδόνιος Ζευς”.

Το έθιμο του Κλήδονα το πήραμε από τους Βυζαντινούς, κι εκείνοι απ’ τους αρχαίους.

Το ξεκίνημά του αρχίζει από την κλασική αρχαιότητα, φτάνει στο Μεσαίωνα, περνάει στο Βυζάντιο στους σκοτεινούς αιώνες της τουρκικής κυριαρχίας, φτάνει ως τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και χάνεται μέσα στα συντρίμμια του Β Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο Κλήδονας, όπως αναφέρει ο Μιχαήλ Γλυκάς, (σσ. βυζαντινός ποιητής και χρονογράφος του  12ουαιώνα που έγραψε στη λαϊκή γλώσσα των καιρών του) είχε την ίδια σημασία στην εποχή του, που είχε και στην αρχαιότητα, όπως και στη δική μας εποχή: “Ηγουν διά λόγων παρετηρείτο τα εκβησόμενα”.

Τα ίδια ακριβώς λέει αργότερα στο 12ο αιώνα και ο Ζωναράς για τη βυζαντινή εποχή (σσ. Ιωάννης Ζωναράς βυζαντινός χρονογράφος, θεολόγος και νομικός που έζησε στην Κωνσταντινούπολη): «Κληδών ελέγετο το διά τινων σημείων ζητείν γνώναι ει μέλλει τις ευπραγήσαι ή δυσπραγήσαι».

Το έθιμο του Κλήδονα, πρώτος το αναφέρει στη βυζαντινή εποχή ο  Μιχαήλ Ψελλός,στο βιβλίο του “Τινά Περί Δαιμόνων Δοξάζουσιν Ελληνες”.

Εκείνος που περιγράφει λεπτομερειακά το πώς γιορταζόταν ο Κλήδονας στη βυζαντινή εποχή, είναι ο ιεράρχης Θόδωρος Βαλσαμών.Το έθιμο του Κλήδονα γιορταζόταν στις 23 με 24 Ιουνίου. Σε τούτη τη γιορτή έπαιρναν μέρος άντρες και γυναίκες, κι όλοι μαζί, σαν έπαιρναν «τ’ αμίλητο νερό» από τη βρύση, «έθετον έκαστος εντός αγγείου από εν αντικείμενον και ηρώτων, αν θα συμβή το δείνα ή το δείνα ευχάριστον ή δυσάρεστον γεγονός. Κοράσιον εξήγεν από εν αντικείμενον, εντεύθεν δ’ ο κάτοχος τούτου εμαντεύετο αν θα ευτυχήση ή θα απολαύση εκείνο περί ου η ερώτησις».

Απ’ τα πανάρχαια χρόνια κι ως τα σήμερα, η επιθυμία και η περιέργεια των ανθρώπων ήταν να ρίξουν μια ματιά στα μελλούμενα, για να μπορέσουν να ιδούν και να γνωρίσουν τα γραμμένα της μοίρας τους.

Την απάντηση στον Κλήδονα, που ήταν τμήμα της αρχαίας ελληνικής λατρείας, την έπαιρναν απ’ “τ’ αμίλητο νερό” και από τα δίστιχα των τραγουδιών, που η σημασία των λόγων τους θεωρούνταν φωνή της τύχης.

Αλλ’ αν οι αρχαίοι, και οι άνθρωποι της εποχής του Μεσαίωνα, πίστευαν πραγματικά στις προφητείες του Κλήδονα, οι νεότεροι, έπαψαν από καιρό να πιστεύουν σ’ αυτές.

Οι παλιές συντηρητικές και καθυστερημένες συνθήκες της παλιάς εποχής, που κρατούσαν τη γυναίκα κλεισμένη στο σπίτι πίσω από καφασωτά παράθυρα και πανύψηλες αυλές, για να μη τη βλέπει ξένο μάτι, άλλαξαν. Η γυναίκα, με τους αγώνες της και τη δραστηριότητά της, έχει σπάσει τα παλιά κοινωνικά δεσμά.

Το κορίτσι δεν περιμένει τη γιορτή του Κλήδονα κι ούτε έχει ανάγκη ν’ ακούσει τη φωνή του για το μελλοντικό σύντροφο της ζωής του. Σήμερα, το κορίτσι δεν έχει ανάγκη από τη φωνή του Δία, για να του φανερώσει το γαμπρό. Η πραγματικότητα της ζωής βρίσκεται τώρα στα χέρια του.

Σήμερα, εκτός από τα νησιά και ορισμένα άλλα μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας, που ο γιορτασμός του γίνεται μόνο για διασκέδαση, στα άλλα μέρη, μόνο, σαν παροιμία αναφέρεται, σε περίπτωση που κάποιος δε λέει σοβαρά πράγματα.

– Αυτά, τα λεν στα Κλήδονα ή στον Κλήδονα.

Του διακεκριμένου συγγραφέα λαογραφικών βιβλίων Κώστα Καραπατάκη

Το άναμμα της φωτιάς, τ’ αμίλητο νερό και οι πίτες

Παραμονή και ανήμερα της εορτής της γέννησης του Αϊ Γιάννη, ακόμη σήμερα σε πολλές περιοχές, γιορτάζουν με παραδοσιακό τρόπο τα πανάρχαια έθιμα του Κλήδονα και τα Κάψαλα -Άγιστρο (σσ. διαδικασία ανάμματος και πηδήματος της φωτιάς, προκειμένου να διωχθεί, να εξορκιστεί, να εξαγνιστεί το μίασμα – ονομασία που προέρχεται από τη λέξη άγος = μίασμα, μόλυσμα).

Η διήμερη γιορτή, παραδοσιακά, περιλαμβάνει τρεις φάσεις 1. την προετοιμασία, όπου παραμονή του Αϊ Γιάννη, γινόταν το άναμμα της φωτιάς και το πέρασμα πάνω από αυτήν καθώς και η μεταφορά του αμίλητου νερού, 2. την έκθεση στα άστρα, και το άνοιγμα του Κλήδονα, ανήμερα της εορτής, με τα ριζικά και στη συνέχεια 3. γιορτή με διασκέδαση.

Τα Κάψαλα και ο Κλήδουνας: στην Αγιάσο, το ορεινό κεφαλοχώρι της Λέσβου, την παραμονή του Αϊ Γιαννιού τα αγόρια της γειτονιάς άναβαν τρεις μεγάλες φωτιές στη σειρά, μόλις άρχιζε να σουρουπώνει με προσανάμματα τα Μαγιάτικα στεφάνια που έφερναν τα κορίτσια. 

Πάνω από τις φωτιές πηδούσανε όλοι, αγόρια, κορίτσια και παντρεμένες κρατώντας μια πέτρα πάνω από το κεφάλι τους. Λέγανε πως αν πηδήσεις τρεις φορές είναι καλό για την υγεία σου και επιπλέον φεύγουν οι ψύλλοι και οι κοριοί! 

Αμέσως μετά, οι ανύπαντρες κοπέλες μαζεύονταν σε ένα από τα σπίτια του χωριού, όπου ανέθεταν σε κάποιο μέλος της συντροφιάς, συνήθως σε μια Μαρία, της οποίας και οι δύο γονείς να είναι στη ζωή, να φέρει από το πηγάδι ή την πηγή το «αμίλητο νερό». Το έλεγαν  αμίλητο, γιατί κατά τη μετάβαση των κοριτσιών στη βρύση και κατά την επιστροφή, δεν έπρεπε να μιλήσουν. Επιστρέφοντας στο σπίτι όπου γινόταν ο κλήδονας, άδειαζαν το νερό σε πήλινο δοχείο (γκουμάρι το λένε στην Αγιάσο), στο οποίο η κάθε κοπέλα έριχνε από ένα αντικείμενο ριζικό ή σημάδι, όπως δαχτυλίδι, σκουλαρίκι, κουμπί, δαχτυλήθρα κτλ. Στη συνέχεια κάλυπταν το δοχείο με ένα πανί και το έβαζαν σε κάποιο σημείο μέσα στο σπίτι ή στο φούρνο ή το κλείδωναν με κλειδαριά.

Το τοποθετούσαν στην ύπαιθρο, ή στην ταράτσα σπιτιού, ή κάτω από τριανταφυλλιά, για να τον δουν τη νύχτα τ’ άστρα. Την επομένη το πρωί, τον έπαιρναν μέσα στο σπίτι πριν τον δει ο ήλιος, ώστε να μην εξουδετερωθεί η μαγική επιρροή των άστρων.

Ανήμερα, άνοιγε ο κλήδονας από εκείνον που το κλείδωσε. Τα αντικείμενα καθώς έβγαιναν με τυχαία σειρά στο κάθε ένα απαγγέλλανε ένα αυτοσχέδιο δίστιχο-προφητεία για τον κάτοχο του σημαδιού. Όταν οι κοπέλες επέστρεφαν στα σπίτια τους, προσέχανε ποιο όνομα ή λέξη θα πρωτοάκουγαν στο δρόμο και το συσχετίζανε με την ανοικτή τύχη τους εκείνη τη βραδιά.

Δείτε επίσης το πολύ ενδιαφέρον κλήδονας – τραγούδια και έθιμα γιορτή Αї-Γιάννη του «λ’τρουπιου»και επίσης 24 Ιουνίου η μέρα που γελούμε κι όταν μας βρίζουν!

Πάρος: Ξορκίζοντας τα κακά πνεύματα

Στα χωριά της Πάρου, 21-23 Ιουνίου, αναβιώνει το έθιμο του Κλήδονα, με μεγάλες φωτιές όπου καίνε τα Πρωτομαγιάτικα στεφάνια και με πήδους πάνω από τη φωτιά εξορκίζουν τα κακά πνεύματα, ενώ μια άλλη παράδοση θέλει να αποκαλύπτεται στις ανύπαντρες ο μέλλοντας σύζυγος τους.

Τα πιο γνωστά πανηγύρια γίνονται στον Πρόδρομο, στη Νάουσα και στην Αλυκή όπου οι θαλασσινοί μεζέδες και η παραδοσιακή μουσική κρατά μέχρι το πρωί.

Ο Πρόδρομος τιμάει με θρησκευτικές εκδηλώσεις τον Πρόδρομο, πολιούχο του χωριού, ενώ στο πανηγύρι του Κλήδονα συγκεντρώνεται πλήθος κόσμου. Στην Αλυκή στην παραλία γίνεται το κάψιμο των Μάηδων με τη συνοδεία παραδοσιακών χορών και ζωντανής μουσικής. 

Στη Νάουσα το έθιμο αναβιώνει στον αύλειο χώρο του Αγίου Αθανασίου, στις Λεύκες στην πλατεία Ηρώων με το κάψιμο των Μάηδων, στον Κώστο στην πλατεία του χωριού, στη Μάρπησσα στην πλατεία Παπά –Γιώργη Στάμενα κτλ.

Τα Ριζικάρια στο Αιτωλικό

Στην Αιτωλοακαρνανία, σ’ ένα μικρό νησάκι στο μέσον περίπου της λιμνοθάλασσας Αιτωλικού-Μεσολογγίου, αναβιώνει κι εκεί το έθιμο του Κλήδονα, με πρωτοβουλία του Πολιτιστικού & Μορφωτικού Συλλόγου «Το Αιτωλικό». 

Το  έθιμο του κλήδονα,  μια παιγνιώδης μαντεία για την τύχη και το ριζικό…

Ανοίγουμε τον κλήδονα
να βγουν τα κλειδωμένα
να βγουν τα καλορίζικα
τα καλοτυχισμένα

Κλείνοντας αυτό το σύντομο –και δεν είναι σχήμα λόγου (τόμους θα μπορούσε να γεμίσει κανείς), αφιέρωμα στον Κλήδονα και τις φωτιές του Αϊ – Γιαννιού και  τη γιορτή των ηλιοστασίων με τ’ – αμίλητο νερό οφείλουμε να πούμε πως μας εντυπωσίασε η μεγάλη –άνιση αλλά ελπιδοφόρα μάχη  ενάντια στο παντοδύναμο πολιτιστικό κατεστημένο του αστικού κράτους. 

Με πληροφορίες από δημοσιεύματα του Ριζοσπάστη

Επιμέλεια – παρουσίαση Γιάννης Παπαγιάννης   

πηγη αλτ.gr

Comments are closed.