Το ΚΚΕ παλεύει για την κοινωνία όπου το παιδί με αναπηρία θα απολαμβάνει την ολόπλευρη στήριξη της
Η κατάσταση στην Ειδική Αγωγή, Εκπαίδευση, Πρόνοια και η πρόταση του ΚΚΕ για το δικαίωμα στην ουσιαστική ένταξη στη ζωή των ατόμων με αναπηρία, παρουσιάσθηκε στη διάρκεια της εκδήλωσης που οργάνωσε η ΟΠ Κεντρικής Μακεδονίας, και πραγματοποιήθηκε χθες, Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2023, στο αμφιθέατρο 3 του Πανεπιστημίου Μακεδονίας στη Θεσσαλονίκη.
Στην εκδήλωση συμμετείχαν εργαζόμενοι στην Ειδική Αγωγή, γονείς παιδιών με ειδικές ανάγκες και μαθησιακές δυσκολίες, φοιτητές παιδαγωγικών τμημάτων, τμημάτων Ειδικής Αγωγής και Υγείας, κ.α.. Την εκδήλωση παρακολούθησαν η Θεανώ Καπέτη μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και ο Γιάννης Δελής, βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ.
Την κεντρική ομιλία έκανε η Αγγελική Γκούσκου, μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ. Παρεμβάσεις έκαναν η Λένα Τσαγρή, κοινωνική λειτουργός, γραμματέας του ΔΣ του ΣΕΕΠΕΑ Κεντρικής Μακεδονίας, μέλος του ΔΣ του ΠΟΣΕΕΠΕΑ και της ΤΕ Εκπαιδευτικών Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ, και η Γωγώ Κάκαρη, ψυχολόγος, γραμματέας του Σωματείου Εργαζομένων στην Ειδική Αγωγή Κεντρικής Μακεδονίας και μέλος της ΤΕ Υγείας Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ.
Ακολούθησε συζήτηση μέσα από την οποία επιβεβαιώθηκε με παραδείγματα η άσχημη εικόνα στις εκπαιδευτικές δομές και τις δομές πρόνοιας, ο καθημερινός γολγοθά σε όλους τους κρίσιμους τομείς για την ζωή τους, και φυσικά στην εργασία. Παράλληλα αναδείχθηκε η ανάγκη να δυναμώσει η προσπάθεια για να μπαίνουν στο επίκεντρο των αγώνων οι σύγχρονες ανάγκες των ατόμων με αναπηρία.
Η πρόταση του ΚΚΕ
Εισηγητικά η Αγγελική Γκούσκου, ανέδειξε τις διαχρονικές ευθύνες που βαραίνουν όλα τα αστικά κόμματα που θήτευσαν από κυβερνητικές θέσεις και με το νομοθετικό τους έργο, τις προτεραιότητες που υπηρετούν, τον αντιεκπαιδευτικό σχεδιασμό ευθύνονται για την σημερινή κατάσταση στην ειδική αγωγή. Οπως είπε, “υπηρετούν μία πολιτική που κινείται πάνω στις ράγες της καπιταλιστικής οικονομίας και κοινωνίας που λογίζει τις σύνθετες ανάγκες αυτών των παιδιών ως κόστος. Μιας οικονομίας και κοινωνίας που ο κορσές της είναι πολύ στενός για να τις χωρέσει και να τις ικανοποιήσει”.
Αναφέρθηκε στην νέα νομοθετική ρύθμιση για την ειδική αγωγή και εκπαίδευση, που ανακοίνωσε ο Υπουργός Παιδείας, τονίζοντας ότι οι έως τώρα εγκύκλιοι, που έχουν σταλεί στα σχολεία “προμηνύουν περαιτέρω “νοικοκύρεμα” προς το χειρότερο, της παρεχόμενης ειδικής εκπαιδευτικής στήριξης. Το νοικοκύρεμα αυτό, με προτεραιότητα, απ’ όσο φαίνεται θα αφορά στο γενικό σχολείο, που φοιτά το 90% των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και αναπηρίες”.
Εθεσε το βασικό ερώτημα που μπαίνει στο επίκεντρο της συζήτησης λέγοντας: “Γιατί ενώ υπάρχουν οι υλικές δυνατότητες, το έμψυχο επιστημονικό δυναμικό, η αλματώδης ανάπτυξη της επιστήμης και των γνώσεων, τα ειδικά σχολεία είναι λίγα και ακατάλληλα, υπερπληθή και επικίνδυνα για μαθητές και εργαζόμενους σε αυτά;” Και πρόσθεσε: “Με αυτό το χάσμα, μεταξύ των υπαρκτών δυνατοτήτων και της ίδιας της πραγματικότητας, αναμετριέται καθημερινά όλο το προσωπικό στα ειδικά σχολεία προσπαθώντας σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο της υποβάθμισης, να προσφέρει στους μαθητές ο,τι καλύτερο. Ενώ από την άλλη, οι γονείς, οι οικογένειες των μαθητών, φορτώνονται στην κυριολεξία τις συνέπειες αυτής της υποβάθμισης, καθώς μετακυλίεται στις πλάτες τους η ευθύνη φροντίδας και ανατροφής των παιδιών. Με την μεγάλη αγωνία να αφορά στο ίδιο το μέλλον τους, όταν οι ίδιοι δεν θα είναι στο πλευρό τους για να τα στηρίζουν.
Με αυτή την πραγματικότητα, της υποβάθμισης και της υποστελέχωσης αναμετριέται και το προσωπικό στα γενικά σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας, καθώς οι δομές της ειδικής και το προσωπικό δεν καλύπτουν τις ανάγκες, ενώ οι εργαζόμενοι σε αυτά είναι σε μεγάλο ποσοστό αναπληρωτές.
Kατά την γνώμη μας το ζήτημα της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, συνδέεται άρρηκτα με τον σχεδιασμό της οικονομίας, και ποιόν αυτή υπηρετεί.
Στην κοινωνία και την οικονομία που μέτρο προόδου είναι η επίτευξη του κέρδους και όχι η ικανοποίηση των διευρυμένων κοινωνικών αναγκών, δεν μπορεί παρά ο χώρος των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, να αντιμετωπίζεται είτε σαν βάρος είτε σαν ευκαιρία για κέρδος.
Αυτή δυστυχώς, είναι η πραγματικότητα και η προοπτική εντός των τειχών της κοινωνίας της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της ΕΕ, για τα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και τις οικογένειές τους.
Γι’ αυτό και η προβολή της φιλανθρωπίας, των ΜΚΟ, των ΚΟΙΝΣΕΠ, σε αυτό τον ευαίσθητο τομέα, είναι γενικευμένη και δεν μας εντυπωσιάζει.
Είναι ο φερετζές μίας πολιτικής που στόχο εχει την εγκατάλειψη των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, μόνο στην ατομική προσπάθεια και ευθύνη, με το κράτος να αποσείεται των ευθυνών του. Οι δημόσιες κρατικές δομές στον τομέα της διάγνωσης, θεραπείας, αποκατάστασης, και εκπαίδευσης είναι κραυγαλέα ελλειμματικές, με τον ιδιωτικό τομέα να ανθεί και να είναι κερδοφόρος”.
Ανέδειξε ότι η διαχρονική υποβάθμιση της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, με τα σημαντικά προβλήματα που την ταλανίζουν, δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Καθώς όπως είπε, παρά τις ανομοιομορφίες που σίγουρα υπάρχουν από καπιταλιστική χώρα σε χώρα, το γενικό πρόσημο, στους δείκτες που αποτιμούν, με τα δεδομένα που έχουν, δεν είναι θετικό.
Σύμφωνα, με στοιχεία που ανέφερε: Τα άτομα με αναπηρία αφορούν στο 16% του συνολικού πληθυσμού με αυξητική, τάση. Τα άτομα με αναπηρία και οι οικογένειές τους αναδεικνύονται με διαφορά οι φτωχότεροι μεταξύ των φτωχών, σε επίπεδο εισοδήματος, υλικών συνθηκών διαβίωσης και συμμετοχής στην εργασία. Στο μέσο όρο της ΕΕ εργάζεται μόλις το 45% των αναπήρων, στην Ελλάδα το ποσοστό είναι στο 36%, και αμοίβονται με χαμηλότερους μισθούς.
Επίσης σε σχέση με τον εκπαιδευτικό σχεδιασμό των χωρών της ΕΕ: αν και έχει υιοθετηθεί στα επίσημα κείμενα τους το συμπεριληπτικό μοντέλο εκπαίδευσης, το “ένα σχολείο για όλους”, αυτό δεν υλοποιείται με ενιαίο τρόπο, με ενιαία κριτήρια. Με την πανσπερμία εκπαιδευτικών πολιτικών, κάτω από την γενική ομπρέλα της συμπερίληψης είναι σχεδόν αδύνατο να κάνεις μία ουσιαστική αποτίμηση των αποτελεσμάτων φανερώνοντας ότι το πρόκριμα της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, είναι αποτέλεσμα θεωριών παρά επιστημονικών δεδομένων και τεκμηρίωσής της με βάση την αποτελεσματικότητά της.
“Κατά την γνώμη μας, η σημαία της «ένταξης ή της «συμπερίληψης» που σηκώνουν υποκριτικά η ΕΕ και οι κυβερνήσεις χρόνια τώρα, στην πραγματικότητα αποτελεί όχημα για παραπέρα περιθωριοποίηση των μαθητών αυτών και, φυσικά, αφήνει το μεγαλύτερο αποτύπωμά της, την βαθύτερη ταξική έκφραση σε αυτά που ανήκουν στις εργατικές – λαϊκές οικογένειες.
Η πολιτική της δήθεν “ένταξης”, που είναι και κυρίαρχη, (γι’ αυτό και ασκούμε κριτική), είναι αντεπιστημονική και εν τέλει αντιδραστική, αφού δεν διασφαλίζει καμία από τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ολόπλευρη στήριξη του παιδιού (μορφωτική, σωματική, συναισθηματική).
Το ερώτημα, λοιπόν, “ένταξη” ή “γκετοποίηση” είναι ψευτοδίλημμα.
Και οι δύο αντιλήψεις, επενδυμένες με επιστημονικό μανδύα, απαλλάσσουν τις εκάστοτε κυβερνήσεις από την υποχρέωση να ασχοληθούν επιστημονικά με την κάθε κατηγορία χωριστά, παραπέρα, να εξειδικεύσουν την προσέγγιση για κάθε περίπτωση χωριστά, στη βάση των δυνατοτήτων και ικανοτήτων του κάθε μαθητή και φυσικά όλο αυτό το πλαίσιο να χρηματοδοτηθεί γενναία, να στηριχτεί από όλες τις αναγκαίες ειδικότητες, στο κατάλληλο σχολικό πλαίσιο, με τα ανάλογα μέσα.
Και οι δύο αντιλήψεις αντικειμενικά αποστασιοποιούνται από το κύριο και βασικό ζήτημα. Οτι, δηλαδή, η ίδια η καπιταλιστική κοινωνία δεν θέλει γι’ αυτό δεν μπορεί να δώσει επιστημονική ολοκληρωμένη απάντηση στην ολόπλευρη προετοιμασία τους για την πραγματική ένταξη των παιδιών στην ίδια την ζωή, γιατί τα αντιμετωπίζει ως βάρος και κόστος“.
Παρουσιάζοντας τη θέση του ΚΚΕ για τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, σημείωσε: “Η θεμελιώδης θέση μας που φωτίζει την αντίληψή μας, μπολιάζει την δράση και τις διεκδικήσεις μας είναι ότι: οι μαθητές με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες συνολικά χρειάζονται θετικά άνιση μεταχείριση προκειμένου να αναπληρώσουν το «έλλειμμα» που γεννά η δυσκολία από την αναπηρία, που ως τέτοια παραμένει, εφ’ όρου ζωής, και μάλιστα για τις πιο βαριές περιπτώσεις αναπηρίας είναι ανάγκη να προσφέρεται εφ’ όρου ζωής και στην ενήλικη ζωή τους.
Ετσι, παλεύουμε για την εξασφάλιση όλων των επιστημονικών όρων και προϋποθέσεων ώστε με βάση την πρόοδο και τις δυνατότητες τις επιστήμης αυτές να προσφέρονται σε όλους τους μαθητές με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, όπως είναι:
- Πρώιμη διάγνωση και πρώιμη παρέμβαση πριν από την είσοδο του παιδιού στην σχολική εκπαίδευση, από δημόσια διαγνωστικά κέντρα που δε θα περιορίζονται στο ιατρικό θεραπευτικό τομέα αλλά θα πλαισιώνονται από ειδικότητες ώστε να προσδιορίζουν και το παιδαγωγικό πλαίσιο παρέμβασης. Με την έγκαιρη έναρξη της παρέμβασης μπορούμε να μετρήσουμε πολλαπλάσια θετικά αποτελέσματα.
- Διευρυμένο δημόσιο και δωρεάν δίκτυο όλων των αναγκαίων ειδικών δομών, ειδικά σχολεία και τμήματα ένταξης, αλλά και της παράλληλης στήριξης για όσα παιδιά το έχουν ανάγκες. Με ιδιαίτερη φροντίδα στις δομές προσχολικής που προηγούνται της σχολικής ένταξης, αφού δεν προβλέπεται απολύτως κανένα πλαίσιο για τα μικρά παιδιά, όπως για παράδειγμα παιδικοί σταθμοί με ειδικό παιδαγωγικό προσωπικό.
- Μόνιμο προσωπικό όλων των αναγκαίων ειδικότητων για να προσφέρουν την γνώση τους με σύγχρονους όρους εργασίας (ειδικοί παιδαγωγοί, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, φυσικοθεραπευτές, βοηθητικό προσωπικό καθαριότητας).
- Σύγχρονα επιστημονικά προγράμματα που να υποστηρίζουν και να συγκεκριμενοποιούν, να εξατομικεύουν το επιστημονικό/ παιδαγωγικό πλαίσιο παρέμβασης για κάθε μαθητή ανάλογα την αναπηρία ή/και την ειδική εκπαιδευτική ανάγκη. Διάθεση κάθε επιστημονικού, τεχνολογικού εργαλείου ή μέσου που έχει δημιουργηθεί για την υποστήριξη του έργου της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης.
- Περιεχόμενο σχολείο που να προετοιμάζει το μαθητή με την ολόπλευρη ανάπτυξή του, τις αναγκαίες επαγγελματικές γνώσεις για την ένταξη στην κοινωνία, στην ζωή, την παραγωγή με σύγχρονα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα.
Βέβαια, η πλέρια ικανοποίηση των αναγκών του ατόμου με αναπηρία αν και προϋποθέτει την καθημερινή πάλη στην σημερινή καπιταλιστική κοινωνία ώστε να αποσπάμε καθετί που μας ανήκει, απαιτεί το ξεμπέρδεμα με αυτή την κοινωνία και την οικονομία που βάζει φρένο στην πλήρη αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων για την ικανοποίηση των διευρυμένων κοινωνικών αναγκών.
Οσο αναγκαίος είναι ο αγώνας του σήμερα, τον αφήνουμε στην μέση αν δεν τον μπολιάζουμε με το μέλλον μας. Και αυτό απαιτεί ριζικές ανατροπές σε επίπεδο κοινωνίας, σε επίπεδο εξουσίας”.
Τέλος αναφέρθηκε στην πρώτη απόπειρα σοσιαλιστικής οικοδόμησης τονίζοντας ότι έκανε άλματα και στον τομέα της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης.
“Αναπτύχθηκε ο κλάδος της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης που ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης. Η εκπαίδευσή τους ήταν υποχρεωτική και καθολική, διαφοροποιημένη με βάση την αναπηρία και τις ανάγκες του κάθε παιδιού σε ειδικά σχολεία που παρέχονταν πλήρη και ολοκληρωμένη εκπαίδευση. Ηταν δημόσια και δωρεάν. Οι υποδομές και τα σχολεία ξεκινούσαν από την προσχολική μέχρι την ενήλικη επαγγελματική.
Σε ότι αφορά στην ένταξη των παιδιών με αναπηρία κύριο μέλημα τους ήταν, μέσω της διαφοροποιημένης εκπαίδευσης ανάλογα με την αναπηρία να παρέχεται, στο μέτρο του δυνατού, ολόπλευρη μόρφωση, να καλλιεργούνται κλίσεις και ικανότητες. Υπήρχε συνεργασία μεταξύ των ειδικών και γενικών σχολείων, με κοινές επισκέψεις, εκδρομές, εκδηλώσεις.
Στην σοσιαλιστική κοινωνία που οικοδομούνταν ήταν στο επίκεντρο το μέλημα για την ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου ως πηγή και παραγωγού του πλούτου σε αυτή την κοινωνία. Το άτομο με αναπηρία αποτελούσε μία πρόκληση και ένα στοίχημα
Με κάθε μέσο έπρεπε ο πλούτος της κοινωνίας, οι γνώσεις, αυτό που δυναμικά αφορούσε το σύνολο της κοινωνίας να γίνει κτήμα των ανάπηρων παιδιών.
Γι’ αυτήν την κοινωνία παλεύει το ΚΚΕ. Για την κοινωνία όπου το παιδί με αναπηρία θα απολαμβάνει την ολόπλευρη στήριξη της για την ικανοποίησή τους, ως μέτρο προόδου της, ανθρωπιάς και εξέλιξης”.
Επιμέλεια: Παρθένα Ιορδανίδου
Πηγή: 90,2