​Εκεί που κοιμόμουν ήσυχα στο κρεβάτι μου απολαμβάνοντας, στον ύπνο μου, την θάλασσα και τον παφλασμό των κυμάτων , ξαφνικά εμφανίζεται μια παρέα από τρεις περίεργους τύπους που ερχόταν κατά πάνω μου.  

​«Γειά σου άνθρωπε» μου λένε με μια φωνή και οι τρείς.

​«Γειά σας , αλλά ποιοι είσαστε και τι δουλειά έχετε στον ύπνο μου»; Τους απαντάω, «δεν βλέπετε ότι απολαμβάνω το όνειρό μου»;

​«Λυπόμαστε που σου χαλάμε την απόλαυση ,αλλά πρέπει να διαμαρτυρηθούμε για τον τρόπο που μας συμπεριφέρεσαι.» απάντησε ο χοντρός κύριος της παρέας.

​Τα έχασα , δεν είχα κάνει τίποτα σε κάποιον πόσο μάλλον σε αυτούς τους τρεις άγνωστους. Τους κοίταξα καλλίτερα την παρέα αποτελούσαν μία κοπέλα και δύο άντρες.

​«Κατ’ αρχήν να συστηθούμε…Είμαστε τα πεζοδρόμια της πόλης σου.» 

«Είμαι η νησίδα της λεωφόρου» ξεκίνησε η κοπέλα που φορούσε ένα όμορφο πράσινο φόρεμα, που επάνω του είχε ζωγραφισμένα δέντρα, γύρω από το κεφάλι της κελαηδούσαν πουλάκια, όμως το φόρεμά της φαινόταν λερωμένο και μύριζε περίεργα , όσο και αν προσπαθούσε να το καλύψει το άρωμα που φόραγε. 

​«Είμαι το φαρδύ πεζοδρόμιο» συνέχισε ο χοντρός κύριος που στεκόταν δεξιά της.Το κοστούμι του ήταν μπαλωμένο , στη πλάτη του κουβαλούσε καρέκλες, τραπέζια, μηχανάκια και ποδήλατα. Φαινόταν ότι κάποτε πρέπει να ήταν όμορφος όμως τώρα τα σημάδια της εγκατάλειψης ήταν φανερά επάνω του.

​«Είμαι το στενό πεζοδρόμιο» συμπλήρωσε ο λεπτός άντρας στεκόταν που αριστερά από την κοπέλα. Τα ρούχα του ήταν σκισμένα , χιλιομπαλωμένα και κουβάλαγε κάποια λεπτά ,καχεκτικά δεντράκια, η μυρωδιά του ήταν ανυπόφορη και ήταν φανερό ότι δεν έκανε καμία  προσπάθεια για να την καλύψει.

​«Για να ακούσω λοιπόν τι έχετε να μου πείτε.» τους απάντησα .

​Τον λόγο πήρε πρώτα το στενό πεζοδρόμιο.

​  «Εγώ όπως βλέπεις είμαι πολύ αδύνατο. Με έχουν υποχρεώσει να κουβαλάω στην πλάτη μου αυτά τα δεντράκια, που με κάνουν αδιάβατο από τους πεζούς. Όποιος ,από τους ιδιοκτήτες των σπιτιών ,θέλει ανοίγει μία τρύπα επάνω μου και στην συνέχεια βάζει ένα μπάλωμα ότι θέλει. Γι’ αυτό βλέπεις ότι τα ρούχα μου είναι χιλιομπαλωμένα. Επειδή με βλέπουν έτσι ατημέλητο, όποιος περάσει ρίχνει επάνω μου ότι του περισσεύει και κανένας δεν ενδιαφέρεται να με καθαρίσει.»

​Στη συνέχεια μίλησε το φαρδύ πεζοδρόμιο

​«Εγώ όπως βλέπεις είμαι παχύς. Με έχουν υποχρεώσει να κουβαλάω καρέκλες και τραπέζια , για να πίνεις εσύ τον καφέ σου. Δεν λέω δίκιο έχεις και εσύ αλλά, στο όνομα του κέρδους, το παρακάνεις , άλλο μερικές καρέκλες και άλλο παντού καρέκλες. Άσε τα μηχανάκια και τα ποδήλατα που παρκάρεις επάνω μου . Εγώ θέλω να περνάνε οι μαμάδες με τα καρότσια των μωρών, οι γιαγιάδες με τα καρότσια της λαϊκής, οι ΑΜΕΑ με ασφάλεια και να μην βγαίνουν στον δρόμο να κινδυνεύουν.»

   ​Τέλος τον λόγο πήρε η κοπέλα

​«Εγώ όπως βλέπεις είμαι η όμορφη της παρέας, όμως έχω και εγώ τα παράπονά μου. Κάθε μέρα φέρνεις τον σκύλο σου να τρέξει επάνω στο όμορφο , από γκαζόν, φόρεμά μου με αποτέλεσμα να με λερώνει με τις ακαθαρσίες του, που σε πολλές περιπτώσεις δεν τις μαζεύεις. Όταν οδηγείς ανοίγεις το παράθυρο του αυτοκινήτου σου και πετάς επάνω μου ότι σου περισσεύει . Οι κηπουροί προσπαθούν κάπου κάπου να με συνεφέρουν αλλά δεν είναι αρκετό.»

​«Δικαιολογημένα τα παράπονά σας, αλλά τι μπορεί να γίνει.»

​«Να πας στον Δήμαρχο να του τα πεις».

​«Τι να του πω δηλαδή»; 

​«Εμένα να με φαρδύνει, δίπλα μου υπάρχει ένας χοντρός, δρόμο τον λένε, που θέλει να με κατασπαράξει. Να μου πάρει καινούρια ρούχα και να απαγορεύσει στον κάθε έναν να κάνει τρύπες επάνω μου. Έτσι θα μπορείς και εσύ να περπατάς επάνω μου.»

«Εμένα να με αδειάσει, να βγάλει έξω την αστυνομία και να εφαρμόσει τον νόμο. Ναι στα τραπεζάκια αλλά με ένα μέτρο, να φτιάξει θέσεις στάθμευσης για μηχανές και να μην παρκάρουν επάνω μου. Να φτιάξει ποδηλατοδρόμους , εγώ είμαι για τους πεζούς όχι για τα ποδήλατα. Να περπατάνε οι άνθρωποι επάνω μου άνετα και εγώ να χαίρομαι.»  

«Εμένα να με περιποιείται πιο συχνά, άλλωστε είμαι το καμάρι της πόλης. Να φτιάξει χώρους να πηγαίνεις εκεί τον σκύλο σου και όχι επάνω μου.»

​Τους υποσχέθηκα ότι με την πρώτη ευκαιρία θα τα μεταφέρω στον Δήμαρχο και όλους τους αρμόδιους. 

​Το ξυπνητήρι χτύπησε και άνοιξα τα μάτια μου. Τι περίεργο όνειρο και αυτό. Άκου τα πεζοδρόμια…

Σας χαιρετώ 

«Ο Κοιμισμένος»  

Comments are closed.