Πάμπλο Ρουίθ (Pablo Ruiz y Picasso)… αφιέρωμα Γιώργος Αντωνακάκης
Πάμπλο Ρουίθ (Pablo Ruiz y Picasso)
Γεννιέται στη Μάλαγα της Ισπανίας ο Πάμπλο Ρουίθ (Pablo Ruiz y Picasso) γιος του Χοσέ Ρουίθ Μπλάσκο, καθηγητή του σχεδίου, και της Μαρίας Πικάσο Λόπεθ. Εκδηλώνοντας το ταλέντο του στη ζωγραφική από πολύ νωρίς θα πραγματοποιήσει με τη βοήθεια του πατέρα του την πρώτη του Έκθεση σε ηλικία 13 ετών. Ακολούθησε το 1895 η Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βαρκελώνης και το 1897 η Βασιλική Ακαδημία του Σαν Φερνάντο στη Μαδρίτη.
Στα καφενεία, στους δρόμους, στους οίκους ανοχής και στο Μουσείο Πράδο θα ανακαλύψει τη ζωή και την ισπανική ζωγραφική και όταν μια ασθένεια θα τον στείλει για ανάρρωση το 1899 σε ένα χωριό της Καταλονίας, θα γνωρίσει τους αγρότες και θα επιστρέψει στη Βαρκελώνη διαφορετικός. Η πρώτη πράξη της αλλαγής του ήταν η χρήση του επωνύμου της μητέρας του. Είχε «γεννηθεί» ο Πάμπλο Πικάσο. Το καφενείο της Βαρκελώνης «Οι Τέσσερις Γάτοι» φιλοξένησε την πρώτη του ατομική έκθεση το Φλεβάρη του 1900, ενώ η συναισθηματική του φόρτιση εκείνο τον καιρό είχε τόσο έντονο γαλάζιο χρώμα που έδωσε το όνομά του στην «Μπλε» περίοδο της Τέχνης του από το 1901 έως το 1904.
Δεν προσπάθησε ποτέ να μιλήσει γαλλικά «σαν Γάλλος», του ήταν αρκετή η χρήση της γλώσσας για να εγκατασταθεί στο Παρίσι το 1904, περικυκλωμένος από τον ιμπρεσιονισμό και τις οδηγίες της Ακαδημίας Καλών Τεχνών, αλλά και από τη ζωή που έσφυζε γύρω του. Η σημασία της εποχής δεν ήταν τόσο η ζωγραφική με «γήινα» και «κεραμικά» χρώματα – «Ρόδινη Περίοδος» (1905 – 1907) – όσο η συνειδητοποίηση πως η αλήθεια των πραγμάτων δεν μπορεί να υποχωρεί μπροστά στην άμεση αίσθηση για τα πράγματα, πως η πραγματικότητα δεν μπορεί να είναι «τέτοια» γιατί απλώς «έτσι» την αντιλαμβάνεται ο καλλιτέχνης.
Πραγματοποιεί τη ρήξη με τον «ακαδημαϊσμό» με τις «Δεσποινίδες της Αβινιόν» που ξεκίνησε το 1907, το άφησε ημιτελές, επανήλθε το 1925 και το παρουσίασε το 1937, ένα έργο όπου τα πρόσωπα μετατρέπονται σε σύμβολα και το ζωγραφικό έργο εν γένει παύει να είναι απλώς ένα «παράθυρο» στον ορατό κόσμο των πρώτων εντυπώσεων. Ο Πικάσο προσέφερε μια νέα «οπτική γλώσσα», ως παιδί του καιρού της και των μεγάλων επιστημονικών ανακαλύψεων που αποκάλυπταν αθέατες ως τότε πλευρές της πραγματικότητας.
Η ζωγραφική, πλέον, δεν αρκείται να περιγράφει το ορατό, αλλά θα προσπαθήσει να το «αναπαραστήσει» στην ολότητά του, είτε παρασταίνοντας ταυτόχρονα στην ίδια επιφάνεια τις διάφορες όψεις του (κυβισμός), είτε τις διαδοχικές φάσεις της κίνησής του (φουτουρισμός).Ταυτόχρονα, αναζητείται η ανάδειξη εκείνων των επιμέρους στοιχείων, τα οποία ο καλλιτέχνης θεωρεί ότι παίζουν βαρύνοντα ρόλο στην έκφραση του έργου. Έτσι προκύπτουν έργα που κινούνται σε δύο κατευθύνσεις παραστάσεων: Εκείνες που εμφανίζουν αφαιρετικά την πραγματικότητα και εκείνες που προκύπτουν από την αναδιαμόρφωση της εικόνας, τάση που ακολούθησε ο Πικάσο ( άνθρωπος – ταύρος, Κένταυρος, γυναίκα – περιστέρι) επιδιώκοντας την συνένωση του συμβολικού περιεχόμενου των αντικειμένων – μερών του πίνακα σ’ ένα ενιαίο σύμβολο. Μαζί με τον Ζορζ Μπρακ θα αναπτύξουν τον Αναλυτικό Κυβισμό (1907 – 1912), το Συνθετικό Κυβισμό (1912 – 1915) και την τεχνική του κολάζ.
Ο Πικάσο τάχθηκε από την πρώτη στιγμή στο πλευρό της δημοκρατικής Ισπανίας, αποδέχθηκε τη θέση του διευθυντή του Μουσείου του Πράδο και βοήθησε να τοποθετηθούν οι συλλογές του σε ασφαλές μέρος. Η μυθολογία της Μεσογείου με τον Μινώταυρο – θύτη και το άλογο – θύμα είναι η «πρώτη ύλη» για τον πίνακά του «Εφιάλτες και ψευτιές του Φράνκο» για το ισπανικό περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού το 1937. Στις 28 του Απρίλη 1937 η ναζιστική αεροπορία ισοπεδώνει την Γκουέρνικα και συγκλονισμένος ζωγραφίζει τον παγκοσμίως γνωστό πίνακα στον οποίο καταργείται η «αντιπαλότητα» ταύρου και αλόγου και όλα τα υποκείμενα ενέχουν τη συμβολική του θύματος. Αν και οι δολοφόνοι δε «φαίνονται» στο έργο, «υπάρχουν» παντού. Ο Πικάσο απέδωσε όλη την τραγικότητα του γεγονότος, χρησιμοποιώντας μαύρο, λευκό και γκρι.
Το 1944 ο Πάμπλο Πικάσο έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας, μια κίνηση τεράστιας πολιτικής και ηθικής σημασίας.Αναδεικνύεται σε ηγετική φυσιογνωμία του Παγκοσμίου Κινήματος Ειρήνης, ενώ λόγω της δράσης του αυτής, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν του χορήγησε βίζα εισόδου στη χώρα. Στο Κίνημα συμμετείχε ολόπλευρα, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι γνώρισαν τον Πικάσο που τιμήθηκε με το Βραβείο «Στάλιν» το 1950 και το Βραβείο «Λένιν» το 1962 από το έργο του «Περιστέρι» ή έχουν δει μόνο αυτό. Εργαζόμενος συνεχώς, εμβάθυνε επίσης στο έργο των μεγάλων δασκάλων του παρελθόντος, ζωγραφίζοντας με αυστηρότητα και επινόηση μια σειρά παραλλαγών από πίνακες των Βελάσκεθ, Ντελακρουά, Κράναχ, Γκρέκο.
Απεικόνισε στο έργο του τη διαλεκτική της Ιστορίας, δημιούργησε μια νέα «οπτική γλώσσα», στρατεύθηκε στον αγώνα της εργατικής τάξης για τον σοσιαλισμό – κομμουνισμό, προσπάθησε να απαντήσει σε τρομακτικά ερωτήματα και σε εποχές όπου βασιλεύει η χυδαιότητα της δήθεν «διαφάνειας», υπενθυμίζει συνεχώς πως για τον αληθινό καλλιτέχνη συνιστά έσχατο μαρτύριο το να «γεννά» ορατές μορφές.
Ο Πάμπλο Πικάσο «έφυγε» στις 8 Απρίλη 1973, έχοντας δωρήσει στην ανθρωπότητα το έργο του και τις αυστηρές και βαθιές διαπιστώσεις κάθε αληθινού δημιουργού: «Ο καλλιτέχνης είναι μια πολιτική ύπαρξη. Αντιμετωπίζει τα γεγονότα που μπορεί σπαρακτικά ή ευχάριστα και αντιδρά σε αυτά με όλο του το είναι. Τι νομίζετε ότι είναι ο ζωγράφος; Ενας ανόητος που έχει μόνο μάτια;…Κανένας πίνακας δε δημιουργήθηκε για να διακοσμεί σπίτια. Είναι ένα εργαλείο πολέμου για επίθεση αλλά και για άμυνα εναντίον του εχθρού».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΝΤΩΝΑΚΑΚΗΣ πηγη ΄΄αλτ.gr”