Κώστας Καζάκος – Σκηνοθετώντας το αντιδικτατορικό έργο «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη
Η λαϊκή επιθεωρησιακή παράσταση που προανήγγειλε την εξέγερση του Πολυτεχνείου
Η εκ των υστέρων ανάγνωση της αντιδικτατορικής επιθεωρησιακής παράστασης «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, με τη σκηνοθετική αναγεννητική ματιά του Κώστα Καζάκου, μας παραδίδει ένα θεατρικό κείμενο, το οποίο δεν το έχει αγγίξει ο χρόνος και δεν έχει καλλιτεχνικά ξεθωριάσει.
επιμέλεια Γιώργος Αντωνακάκης
Το εγχείρημα να αρθρωθεί ο αντιστασιακός λόγος μέσα στα συγκεκριμένα ιστορικά δεδομένα, δεν το κρατάει εγκλωβισμένο στην εποχή του. Αντίθετα, αποτελεί ένα πρότυπο κι ένα παράδειγμα που οφείλει να ακολουθεί το σύγχρονο θέατρο, ώστε να απελευθερώνει τον θεατή από την ταξική χειραγώγηση.
Μετά την κακοφορμισμένη εγκαθίδρυση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, το εμπορικό θέατρο, το οποίο κυριαρχεί, δεν προσφέρει λαϊκή διασκέδαση στο ταξικά συνειδητοποιημένο υποκείμενο της Ιστορίας. Το νανουρίζει με επικαιρικά ευκολοχώνευτα σατιρικά επεισόδια, που αντιμετωπίζουν την πολιτική ζωή αυτού του τόπου, υιοθετώντας κυρίως ανδρείκελα ρόλων, αντί να πλάθουν χαρακτήρες με σάρκα και οστά.
Συνήθως, τα κείμενα και οι ερμηνείες τους μένουν στον αφρό των γεγονότων, χωρίς να πηγαίνουν στην πηγή της γένεσής τους, ώστε να αναδειχθεί ο συγκρουσιακός χαρακτήρας της νεοελληνικής κοινωνίας. Εξ ου κι εκτονώνονται σε ασκήσεις ψευδεπίγραφης θεατρικότητας μπροστά στον καθρέφτη των καθυποταγμένων παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων.
Η θεατρική πράξη, η οποία πλειοδοτεί στη λαϊκή πολιτική επιθεώρηση «Το μεγάλο μας τσίρκο», σκάβει από μέσα τη δικτατορία και προσχηματικά αναφέρεται στο είδος του τσίρκου για να διασωθεί το αγωνιστικό πνεύμα του κειμένου, καθώς περνάει από το καθημερινό κόψε – ράψε της λογοκρισίας. Θα προσθέταμε ότι στον τίτλο ανιχνεύεται και το ειρωνικό στοιχείο, αφού το σύνθημα «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» ταιριάζει σε μία χώρα – τσίρκο, με «διευθυντές» τους συνταγματάρχες.
Αλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το έργο, το οποίο ανεβαίνει, για πρώτη φορά, στις 22 Ιούνη του 1973, μέρα Παρασκευή, στο πλέον κατεδαφισμένο ιστορικό κινηματοθέατρο «Αθήναιον» στη συμβολή της οδού Πατησίων με την οδό Μάρνη (απέναντι από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο), έχει τις απαρχές του και τη ζύμωσή του στο λαϊκό θέαμα: Στον πένητα Καραγκιόζη, στα μπουλούκια που περιοδεύουν, με φτωχά μέσα, την ελληνική επικράτεια, στα πανηγυριώτικα δρώμενα, με τους παλαιστές, στις χορευτικές κινήσεις της αρκούδας υπό την υπόκρουση του γύφτικου ντεφιού, στη μακριά γαϊδούρα των Αποκριών.
Όμως, ενώ οι θεατρικοί διάλογοι αποκτούν έρμα από την καθημερινότητα των λαϊκών διεκδικήσεων και αγώνων, καθ’ όλη τη διάρκεια της ελληνικής ιστορίας, με αρχή την ελληνική αρχαιότητα και πέρας τη φασιστική και ναζιστική Κατοχή, τα τραγούδια – σχόλια ακολουθούν τη στρατηγική και την τακτική του Μπρεχτ.
Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, υποψιασμένος για τις κατακτήσεις του Γερμανού κομμουνιστή θεατράνθρωπου, μετέρχεται τον διδακτικό τρόπο με τον οποίο αποκαλύπτεις πίσω από τα φαινόμενα τις ταξικές σχέσεις. Υπονομευτικά ξεσκεπάζει τις στρεβλές κοινωνικές παγιώσεις, που εξυπηρετούν την κυρίαρχη ιδεολογία, κρατώντας το «νυστέρι» του αποκαλυπτικού χλευασμού. Ξεσκεπάζει τον «θαμμένο» επικυρίαρχο καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό λόγο, γιατί θέλει να δημιουργήσει ρωγμές στο επιβεβλημένο πολιτισμικό εποικοδόμημα.
Κι όπως καταλαβαίνουμε, η ιστορική παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο» δεν είναι δύσκολο να μεταμορφωθεί σε καλλιτεχνικό σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα, με την προσέλευση περισσότερων από 500.000 υποψιασμένων θεατών.
Μεταφέρεται, κατά τη χειμερινή περίοδο, στο θέατρο «Ακροπόλ», υπό το άγρυπνο βλέμμα ΕΣΑτζήδων και ασφαλιτών, ώσπου, κατά τον ηρωικό Νοέμβρη του 1973, το ζεύγος Κώστα Καζάκου – Τζένης Καρέζη, αυτός ο πνεύμονας ελευθερίας, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται.
Μετά την πτώση της δικτατορίας, η παράσταση επαναλαμβάνεται εμπλουτισμένη με τα λογοκριμένα σημεία, στις 23 Ιούλη 1974, πάλι στο «Αθήναιον», με νέο θίασο και χωρίς τον Νίκο Ξυλούρη (1936-1980) στον ρόλο του τραγουδιστή, τον οποίο αντικαθιστά ο Νίκος Δημητράτος (1942-2013).
Να μην ξεχάσουμε ν’ αναφέρουμε την παρουσία ενός δικού μας ανθρώπου, της τότε 29χρονης Αριστούλας (Αριστέας) Ελληνούδη (1944-2017) στον ρόλο της Ερατώς, στο πέμπτο επεισόδιο «Οι πρωτευουσιάνοι».
Τα άλλα: «Εναρξις», «Η Πυθία», «Κωνσταντινούπολις 1183 μ.Χ.», «Ανάπλι-Ερχομός του Οθωνα», «Τρίτη Σεπτεμβρίου», «Το άγαλμα», «Φυγή του Οθωνα», «Ο Καραγκιόζης βασιλιάς», «Οι ψευτοϊππότες», «Βενιζελικά», «Ο ξεριζωμός», «Τα επινίκια» (ολόκληρο το έργο: Ιάκωβος Καμπανέλλης, «Θέατρο», τόμος Η’, σ.σ. 9-133. Επίμετρο με το σύνολο των κριτικών για την παράσταση του 1973, «Κέδρος», 2010).
Η 41χρονη Τζένη Καρέζη (1932-1992) στον πρωταγωνιστικό ρόλο «Ρωμιάκι» περιγράφει το πώς γεννιέται «Το μεγάλο μας τσίρκο»:
«(…) Σκεφτήκαμε να ανεβάσουμε ένα έργο, που νάναι κάτι σαν λαϊκό πανηγύρι, να κλείνη μέσα του πολλή ρωμιοσύνη… και μέσα από τη σάτιρα, τον αυτοσαρκασμό, το γέλιο και το δάκρυ, να μιλήσουμε για τους καϋμούς και τα όνειρα της φυλής μας, για προδομένους αγώνες, για προδομένες ελπίδες… και πάνω απ’ όλα… για ομορφιά… Για την ομορφιά αυτού του λαού, που δεν παύει ποτέ να αγωνίζεται… να προδίδεται… να πιστεύη… και να συνεχίζη τον αγώνα του (…)».
Ο 38χρονος σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής ως «Ρωμιός» Κώστας Καζάκος επιχειρεί να δώσει το ύφος και το ήθος του έργου μέσα στη σκλαβιά:
«Οπως στη λαϊκή μας Τέχνη, συνδυάστηκε κι εδώ το χοντρό γέλιο με τη λεπτότερη σάτιρα και ο σαρκασμός για μια εθνική “καρπαζιά” με τη δυνατότερη εθνική ανάταση».
Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης (1922-2011), 52 ετών, στο πρόγραμμα της δεύτερης παραγωγής σημειώνει: «Πρόσφερε στο θεατή τη δυνατότητα να κάνει άμεσες συναρτήσεις με την πολιτική κατάσταση. Είχαμε δικτατορία. Ηταν ανάγκη να μαζεύουμε και να στρέφουμε εναντίον της όλες τις αρνήσεις. Ακόμα κι αυτές που μπορούσε να κινητοποιήσει κανείς με τα γέλια και τα χειροκροτήματα (…)».
Γράφει ο Βασίλης ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ
πηγη ”Ρ”