Κώστας Βάρναλης. Ποιητής – «οδηγητής» του λαού

Σαν σήμερα  (16/12/1974) ο λαός μας έχασε τον αθάνατο «οδηγητή» ποιητή του. Τον Κώστα Βάρναλη . Με την ευκαιρία της τριαντάχρονης απουσίας του, δημοσιεύουμε εκτενές απόσπασμα της ομιλίας που έκανε ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης και συγγραφέας, Νίκος Κυτόπουλος, σε πρόσφατη εκδήλωση που οργάνωσε η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, προς τιμή του Βάρναλη και του Γιάννη Ρίτσου.

«Ο Κώστας Βάρναλης γεννήθηκε στον Πύργο της Βουλγαρίας το 1884. Πήρε το όνομα Βάρναλης επειδή ο πατέρας του καταγόταν από τη Βάρνα. Στα 18 του χρόνια αποφοιτά από τα “Ζαρείφια Διδασκαλεία” της Φιλιππούπολης με άριστα. Γι’ αυτό η Ελληνική Κοινότητα της Βάρνας τον στέλνει με υποτροφία στην Αθήνα να σπουδάσει Φιλολογία ή Θεολογία. Το φθινόπωρο του 1902 εισάγεται στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Παίρνει το δίπλωμά του το 1908 και διορίζεται καθηγητής στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης. Υστερα από δεκάχρονη λαμπρή θητεία στην εκπαίδευση, στέλνεται με υποτροφία στο Παρίσι για ανώτερες φιλολογικές σπουδές.

Τότε ο Βάρναλης συγκέντρωνε τα προσόντα για να τον τιμήσει με εξαιρετική διάκριση το κατεστημένο: φιλομοναρχικός, βαθύς γνώστης της αρχαιότητας και αρχαιολάτρης, έξοχος καθηγητής, θαυμαστός ποιητής, οπαδός του Παρνασσισμού. Δυστυχώς για το κατεστημένο, ο Βάρναλης είχε και “ελαττώματα“. Ηταν πνεύμα ανήσυχο, με μεγάλη οξυδέρκεια, μεγάλος στοχαστής με λεπτότατη ποιητική ευαισθησία στα μηνύματα των καιρών, κι έδινε σαν άνθρωπος γενναίος κι ανιδιοτελής πάντα το “παρών“. Ενα παράδειγμα, στα “Ορεστιακά” υποστήριξε τους δημοτικιστές (1903). Αργότερα (1910-14) βρίσκεται μπλεγμένος με τα “αθεϊκά” του Βόλου.

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έληξε με τρομερή έκρηξη της οργής των λαών, με την Οχτωβριανή Επανάσταση. Ο Βάρναλης βρέθηκε τότε (1918) στο Παρίσι, στην πόλη που γεννήθηκε και πνίγηκε σε 72 μέρες στο αίμα της, η επανάσταση, με τ’ όνομα “Κομμούνα των Παρισίων“.

Η Γαλλία σήκωσε το κύριο βάρος αυτού του πολέμου και το Παρίσι δοκίμασε περισσότερο το μέγεθος των καταστροφών και των πληγών του. Εκεί σημειώθηκαν οι εντονότερες αντιδράσεις στον πόλεμο, η θερμότερη υποδοχή της Οχτωβριανής Επανάστασης, με όλα τα μεγάλα μηνύματά της. Για τον Βάρναλη ήταν ένα μεγάλο σοκ. Ενα ξαφνικό ξύπνημα. Δεν ήταν μια συνηθισμένη εξέγερση δυσαρέσκειας, απ’ αυτές που ξεσπούσαν μέσα στις χιλιετίες της Ιστορίας. Ηταν η συνέχεια της “Κομμούνας του Παρισιού”. Η δεύτερη απόπειρα της ανθρωπότητας να σπάσει τα δεσμά της ζούγκλας και να μπει στο στάδιο του Ανθρώπου, της ειρήνης, της δικαιοσύνης και της συναδέλφωσης των λαών.

Του έγινε συνείδηση, ότι ο σπαραγμός και η υποδούλωση ανθρώπου από άνθρωπο ξεπερνάνε την αγριότητα των θηρίων της ζούγκλας. Μπορεί να φανταστεί κανείς ένα λύκο να σπαράζει άλλο λύκο για να τον κρατάει δούλο εφ’ όρου ζωής; Δεν είναι αδιανόητο, παράλογο; Κι όμως για το ανθρώπινο είδος θεωρείται λογικό! Και κάθε αντίδραση κι αντίσταση αποτελεί ποινικό αδίκημα.

Τέτοιες σκέψεις που τον πολιορκούσαν, χάλασαν όλους τους ρυθμούς μέσα του. Και τον οδήγησαν σε βρασμό ψυχής. Πέταξεν τον παλιό εαυτό του στα σκουπίδια. Αρχισε να γράφει, να γράφει, να γράφει! Τίποτε δεν άφησε όρθιο η Μούσα του από τα παλιά του είδωλα και σύμβολα. Μέσα από τη σύγκρουση του παλιού με τον καινούργιο εαυτό του, γεννήθηκε το συνθετικό αριστούργημα “Το φως που καίει“, που άλλους φώτισε κι ενθουσίασε και άλλους, ακόμα, καίει και ζεματάει με τις καταλυτικές αλήθειες του. Εκεί γεννήθηκαν και “Οι σκλάβοι πολιορκημένοι“. Εκεί γράφτηκε και “Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική“. Στο Παρίσι κυοφορήθηκε και πήρε το πρώτο της σχήμα “Η αληθινή απολογία του Σωκράτη“, ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας πεζογραφίας. Στο Παρίσι βέβαια, από “Το φως που καίει”, αναδύθηκε και ο “Οδηγητής“, ο σαλπιγκτής των επαναστατημένων λαών όπου Γης.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα της βαρναλικής δημιουργίας είναι η εναλλαγή της επικής έξαρσης με την καταλυτική σάτιρα και το βαθύ λυρισμό. Απαράμιλλο σε λυρισμό είναι το ποίημά του “Ο πόνος της Παναγιάς“, από τους “Σκλάβους πολιορκημένους“, όπου δίνεται ο πόνος της μάνας για το παιδί της σε μια υψηλή πανανθρώπινη συγκινησιακή δόνηση, που σπάνια συναντά κανείς.

Επιστρέφοντας από το Παρίσι στην Ελλάδα. πλήρωσε ακριβά ο Βάρναλης αυτή την επαναστατική του μεταμόρφωση. Το κράτος της μοναρχοπλουτοκρατίας τον υποδέχτηκε με πολύ σκληρά μέτρα. Οχι μόνο τον απέλυσε από τη θέση του (1925), με την κατηγορία του άπατρι, αλλά και τον εξόρισε, αφαιρώντας του και το δικαίωμα να υπογράψει τα κείμενά του, τις ιδέες του! Ωστόσο κανένα μέτρο σ’ όλα τα πολυτάραχα χρόνια που επακολούθησαν δε στάθηκε ικανό να τον λυγίσει. Εμεινε όρθιος, ατρόμητος, αδιάλλακτος. Υπερασπιζόμενος με το ίδιο πρώτο πάθος τα ιδανικά του. Στηλιτεύοντας κάθε βία και καταπίεση της κυρίαρχης τάξης, σαλπίζοντας το συναγερμό των συνειδήσεων, πάντα με την πρώτη του ορμή. Υπηρετώντας πάντα τη μεγάλη τέχνη κι αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι η μεγάλη ποίηση, η μεγάλη πεζογραφία, θέλει πάντα μεγάλες ιδέες, μεγάλες αλήθειες, μεγάλα οράματα, μεγάλους αγώνες.

Πάρα πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για την ποίηση του Βάρναλη , αλλά έχει και μεγάλο κι απαράμιλλο σε ποιότητα πεζογραφικό έργο και πρέπει κάτι να πούμε και γι’ αυτό. Ενα απ’ αυτά, όπως “Η αληθινή απολογία του Σωκράτη“, κυκλοφόρησε το 1931. Η απολογία του Σωκράτη, που μας κληροδότησε η Αρχαιότητα, είναι κατά τον Βάρναλη κατασκευασμένη από τον Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα, για να στηρίξουν το κατεστημένο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Η σάτιρα του Βάρναλη αντιστρέφει τα γεγονότα και το κατηγορητήριο με μαεστρία θαυμαστή, δείχνοντας το βάθος της αρχαιογνωσίας του.

Στο τέλος της “Απολογίας” του ο βαρναλικός Σωκράτης λέει: “Γι’ αυτά που δίδαξα θα έπρεπε να με κάνετε χρυσόνε και να με προσκυνήσετε. Γι’ αυτά που θα ‘κανα αν εζούσα θα έπρεπε, με το δίκιο σας, όχι να με σκοτώσετε μονάχα, μα να με κοπανίσετε ζωντανό μέσα στο γουδί, όπως ο τύραννος Νέαρχος θα κοπανίσει το Ζήνωνα τον Ελεάτη“. Αυτά που θα ‘κανε βέβαια ήταν ο ξεσηκωμός δούλων κι ελεύθερων για την ανατροπή της δουλοκτητικής δημοκρατίας.

Το θαυμάσιο αυτό κομμάτι της απολογίας του βαρναλικού Σωκράτη εκδόθηκε το 1931, σαν ένα είδος διαμαρτυρίας ενάντια, όπως λέει κι ο ίδιος, “στην τοτεσινή δημοκρατία του ιδιώνυμου, του Καλπακίου και των διαφόρων στρατιωτικών κινημάτων“.

Οχι μόνο η απολογία, αλλά όλο το πεζογραφικό έργο του εμπνέεται από την καυτή επικαιρότητα. Ετσι γράφτηκαν “Οι δικτάτορες”, για να στηλιτεύσουν το φασισμό του Μουσολίνι, το 1941, σε επιφυλλίδες, και το 1956 έγιναν βιβλίο. Από την άλλη “Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική” που γράφτηκε στο Παρίσι, ήταν απάντηση σε σχετική μελέτη του Αποστολάκη.

Και το ποίημά του “Λευτεριά” (Δεκέμβρης 1922) ήταν απάντηση στους “Λύκους” του Παλαμά, που δημοσιεύτηκαν το Σεπτέμβρη του 1922. Το ποίημα αναφέρεται πρώτα στον ιδεαλιστή ποιητή που καταφεύγει στη “Νύχτα ονειρομάνα” να ζητήσει το χρησμό της για να τη μεταδώσει στον κόσμο. Ομως σαν απάντηση ακούεται μια φωνή, η φωνή του Βάρναλη , που του λέει αρχικά:

Τη λευτεριά δεν τη ζητάνε με παρακάλια την παίρνουνε με τα ίδια χέρια μοναχοί!”

Και τελειώνει με ένα τετράστιχο, που δίνει την εικόνα της επανάστασης:

Μέσα σε φλόγες και καπνούς ανάμαλλ’ είδα να ξετρέχει

του Ανομους γιγάντια Δίκη,

ξάφνου του σάλαγου κοπή, γέλια με φτάσανε στριγκά:

σπαράζαν τους μωρούς Ποιητές οι Λύκοι

Τι να πρωτοεπισημάνει κανείς για το έργο του Βάρναλη ! Είναι με λίγα λόγια ο επαναστάτης ποιητής, ο μαχητής, ο πρωτοπόρος του 20ού αιώνα, μ’ ένα έργο με πανανθρώπινες προεκτάσεις, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν το 1959 με το βραβείο Λένιν.

Εκείνο που πρέπει να επισημάνουμε ιδιαίτερα είναι ότι η ποίησή του είναι δεμένη με τον 20ό αιώνα, όταν η ανθρωπότητα δοκίμασε να σπάσει τα δεσμά του θηρίου και να ανέβει στο επίπεδο του Ανθρώπου. Ο Βάρναλης σαν άνθρωπος, στοχαστής και ποιητής αφιέρωσε όλη τη ζωή και το ταλέντο στο όνειρο αυτό. Και ήταν από τους πρώτους στη χώρα μας. Και μοναδικό παράδειγμα στο κάλεσμα της δικής του εποχής».Αυτόν τον ήλιο μας έδειξε!

1903. Φοιτητής στην Αθήνα (πρώτος δεξιά)

«Ποιητή, σ’ είδαμε πάντα στο πλευρό του λαού μας με σκέψη και με πράξη» – είχε γράψει ο μεγάλος μας ποιητής Γιάννης Ρίτσος, για τον Κώστα Βάρναλη στα 1956, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων παρουσίας του τελευταίου στα ελληνικά Γράμματα. «Ο λόγος σου σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει. Σ’ είδαμε πάντα με την παλάμη σου ανοιχτή, δίπλα στ’ αυτί, για ν’ αφουγκράζεσαι πίσω απ’ τα τείχη τη στρογγυλή βουή του Ιστορικού, αναπότρεπτου ήλιου. Αυτόν τον ήλιο μας έδειξες»!

Η ζωή και το έργο του

1883 Γέννησή του στον Πύργο (Μπουργκάς) της Βουλγαρίας. Ηταν το πέμπτο παιδί της οικογένειας. Ο πατέρας του (Γιαννάκος) καταγόταν από τη Βάρνα και ήταν τσαγκάρης. Η μάνα του (Αλίσαβα – Ελισάβετ) καταγόταν από την Αχελώ (Αγχίαλο).

1912. Κράσι Κρήτης. Από αριστερά: Κώστας Βάρναλης, Χαρίλαος Στεφανίδης, Νίκος Καζαντζάκης, Γαλάτεια Καζαντζάκη

1886 Θάνατος του πατέρα του.

1887 Μαθητής στον Πύργο.

1898 Γράφεται στα «Ζαρίφεια Διδασκαλεία» (Γυμνάσιο) της Φιλιππούπολης. Σπουδάζει εκεί μέχρι το 1902. Διακρίνεται ως εξαίρετος μαθητής.

1902 Διορίζεται δάσκαλος στο σχολείο του Πύργου (Μπουργκάς) σε ηλικία 18 χρονών.

1903 Του δίνεται υποτροφία της Κοινότητας Βάρνας για σπουδές στη Φιλοσοφική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Φοιτητής της Φιλοσοφικής μέχρι το 1908. Με τα «Ορεστιακά εντάσσεται στους δημοτικιστές, που του κοστίζει την οργή του γλωσσαμύντορα Γιώργου Μυστριώτη, ο οποίος τον μηδενίζει.

1904 Στο περιοδικό «Ακρίτας» του Σ. Σκίπη δημοσιεύει τα ποιήματα: «Καταρράκτης», «Μόνο», «Αγάπη, Τρισαγάπη μου» (τεύχη 14-16 Οκτώβρης – Δεκέμβρης) που θα περιληφθούν αργότερα στις «Κηρήθρες». Δημοσιεύονται με τον γενικό τίτλο «Σε μια μέρα της ζωής μου» δέκα ποιήματά του στο «Νουμά». Δευτεροετής φοιτητής, στέλνει στον Παλαμά τη συλλογή ποιημάτων του «Πυθμένες», χωρίς να κρατήσει αντίγραφο. Τη βρίσκει στη βιβλιοθήκη του Παλαμά ο Κ. Γ. Κασίνης και την εκδίδει το 1985.

1905 Εκδίδεται η ποιητική συλλογή του, «Κηρήθρες».

1907 Συμμετέχει μαζί με τους Μήτση Καλαμά, Νίκο Καρβούνη, Λαυρέντιο Κουμαριανό, Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, Λέανδρο Παλαμά, Γιώργο Πολίτη, Φώτο Πολίτη, Ρώμο Φιλύρα και Νίκο Χατζάρα στην εκδοτική ομάδα του περιοδικού «Ηγησώ», στο οποίο δημοσιεύονται μόνο ποιήματα. Υπογράφοντας με το όνομά του δημοσιεύει σύντομα ποιήματα στα όλα κι όλα δέκα τεύχη του περιοδικού, με εξαίρεση το ποίημα «Τραγουδάκια από ένα μεγάλο τραγούδι»..

Κώστας Βάρναλης – Γιάννης Ρίτσος – Μάριος Βάρβογλης

1908 Παίρνει το δίπλωμά του και διορίζεται ελληνοδιδάσκαλος στην Αμαλιάδα.

1910 – 1918 Στο περιοδικό «Νέα Ζωή» της Αλεξάνδρειας δημοσιεύεται το ποίημα «Το τραγούδι των νέων». Δημοσιεύεται στο περιοδικό «Γράμματα» της Αλεξανδρείας το ποίημά του «Θυσία». Στο ίδιο περιοδικό «Γράμματα» δημοσιεύει τα ποιήματα «Πώς εθρήνησαν την Σαπφώ τα κορίτσια της όταν αγάπησε τον Αλκαίο» (1911), «Διονυσιακός Υμνος» (1913), «Ορέστης» (1914), «Στο πέρασμά σου» (1914). Συνεργάζεται ξανά με την «Νέα Ζωή» και δημοσιεύει τα ποιήματα «Ο καημός των ποδιών» και «Ο χορός του Πανός και της Οπώρας» (1915). Στο περιοδικό «Λόγος» δημοσιεύονται τα ποιήματα του «Πιερροτίνα», «Σερενάτα», «Φαντασία», «Κένταυροι» (1917). Στον «Βωμό» το «Στη νέα καλλιτέχνισσα» (1918). Στον «Πυρσό» το «Αλκιβιάδης» (1918). Μεταφράζει τις «Βάκχες» και ως το 1916 τον «Ηρακλή μαινόμενο» και τους «Ηρακλείδες» του Ευριπίδη, τον «Αίαντα» του Σοφοκλή, τα «Απομνημονεύματα» του Ξενοφώντα και τον «Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου» του Φλομπέρ.

1911 Προάγεται σε σχολάρχη του σχολείου της Αργαλαστής Πηλίου. Εμπλέκεται έμμεσα στην υπόθεση των «Αθεϊκών», όταν υποδέχεται τον Αλέξανδρο Δελμούζο και τον Δ. Σαράτση. Παραπέμπεται σε δίκη και αθωώνεται με βούλευμα. Μετατίθεται στα Μέγαρα.

1912-13 Επιστρατεύεται. Τοποθετείται στον Γ΄ Λόχο του Α΄ Τάγματος του Α΄ Συντάγματος, για να καταλήξει γραφιάς σε ανακριτικό γραφείο, μουλαράς στο Κέντρο Εφοδιασμού και διαγγελέας στο Α΄ Σύνταγμα. Τελικά τον στέλνουν στην Λήμνο, από όπου απολύεται τον Μάρτη του 1914.

1914 Επιστρέφει στα Μέγαρα – Σεπτέμβριο καλείται να φοιτήσει στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαιδεύσεως που διευθύνει ο Γληνός.

1915 Σχολάρχης στην Κερατέα Αττικής – Επιστρατεύεται ξανά στη Λήμνο μέχρι τον Ιούλιο του 1916.

1917 Καθηγητής στο Α’ Γυμνάσιο Πειραιά – δίνει διάλεξη στον «Παρνασσό» για τον Βιζυηνό – Επαινος του Παλαμά στο «Εμπρός». (Οι Α. Αργυρίου και Δ. Ποσαντζής στην Επιλεκτική Εργοβιογραφία του Κ. Βάρναλη που περιέχεται στο βιβλίο του Βάρναλη «Φέιγ βολάν της κατοχής» αναφέρουν ότι το 1917 υπηρετεί στην Κερατέα).

1918 Γράφει το ποίημα «Στυλίτης».Ενστερνίζεται τον Μαρξισμό

1919 Με κρατική υποτροφία πηγαίνει στο Παρίσι. Από το Παρίσι τον Αύγουστο στέλνει και δημοσιεύεται στο περιοδικό «Μαύρος Γάτος» το ποίημά του «Προσκυνητής», αφιερωμένο στον Ν. Πολίτη (αλλού 1917), ως «πρώτο άσμα», υποσχόμενος συνέχεια. Αυτή τη συνέχεια την ματαιώνει ο ίδιος, αφού η επίδραση των επαναστατικών ιδεών τον διαμορφώνουν όπως ο ίδιος λέει σε αντιιδεαλιστή. Ενστερνίζεται τον Μαρξισμό και αρχίζει η συνεργασία του με τους κομμουνιστές.

1920 Συνδέεται με τον χαράκτη Γ. Κεφαλληνό. Ανακαλείται η υποτροφία του. Διορίζεται στο Γ’ Γυμνάσιο του Πειραιά.

1921 Στον «Εκπαιδευτικό Ομιλο» του Γληνού δίνει τρεις διαλέξεις με θέμα «Δημοτικισμός και Σοσιαλισμός». Γράφει στην Αίγινα το αριστουργηματικό «Φως που καίει», το πρώτο έργο του βασισμένο στον ιστορικό υλισμό.

1922 Δημοσιεύεται το «Φως που καίει» στα «Γράμματα» της Αλεξάνδρειας, με το ψευδώνυμο «Δήμος Τανάλιας» και η «Λευτεριά» στο περιοδικό «Μούσα», αντικρούοντας τις αντικομμουνιστικές νύξεις του Παλαμά, στο ποίημά του «Το τραγούδι των προσφύγων».

1923 Δημοσιεύεται στο περιοδικό της ΟΚΝΕ «Νεολαία» το ποίημα «Οι Μοιραίοι». Εκδίδεται «Ο λαός των μουνούχων» («Γράμματα» Αλεξάνδρειας, με ψευδώνυμο «Δήμος Τανάλιας»). Νέα υποτροφία για το Παρίσι.

1924 Διδάσκει νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία του Δημήτρη Γληνού.

1925 Δημοσιεύει την μελέτη «το πρόβλημα της τέχνης για την επιστημονική αισθητική», στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος», καθώς και άλλα θεωρητικά άρθρα. Εκδίδει την μελέτη «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» (απάντηση στις θέσεις του Αποστολάκη, στο βιβλίο του «Η ποίηση στη ζωή μας»). Ενώ εργάζεται στην Παιδαγωγική Ακαδημία τιμωρείται με εξάμηνη παύση εξαιτίας στίχων του από «Το φως που καίει» και του έργου «Ο λαός των μουνούχων».Μαρασλειακά

1926 Για τη συμμετοχή του στα «Μαρασλειακά» τιμωρείται με δυσμενή μετάθεση στα Χανιά. Επειδή αντιδρά, απολύεται οριστικά. Η παύση του προκαλεί τη διαμαρτυρία των λογίων της Αλεξάνδρειας. Φεύγει για το Παρίσι απ’ όπου στέλνει ανταποκρίσεις στην εφημερίδα «Πρόοδος» (αλλού 1925 απόλυση ως άπατρις εξορία και απαγόρευση υπογραφής στα γραπτά του).

1927 Επιστρέφει στην Αθήνα και εκδίδει την ποιητική σύνθεση «Σκλάβοι Πολιορκημένοι». Τμήματά της είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό του Κόντογλου «Φιλική Εταιρεία». Στο περιοδικό «Λογοτεχνική Επιθεώρηση» (των Χουρμούζιου και Πικρού) δημοσιεύει το ποίημα «Ο καλός πολίτης» και στην «Νέα Επιθεώρηση» των ίδιων τα ποιήματα «Ο Ιδεαλιστής» και «Εξαγνισμός». Συνεργάζεται με θεωρητικά κείμενα με το περιοδικό «Αναγέννηση» του Δ. Γληνού μέχρι και 1928.

1928 Δημοσιεύεται στην «Νέα Εστία» η μελέτη του «Η αξία του Σολωμικού έργου». Μεταφράζει το «Τραγούδι ενός φαντάρου» του Βιτράκ που δημοσιεύεται στο περιοδικό «Καινούργια Ζωή».

1929 Παντρεύεται την Δώρα Μοάτσου. Γράφει λήμματα στη «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» του «Πυρσού», μέχρι το 1934, στο «Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη».

1930 – 1931 Συνεργάζεται με το περιοδικό «Πρωτοπόροι».

1931 – 1932 Μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού «Νέοι Πρωτοπόροι».

1932 Γράφει λήμματα στο «Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσης» της εφημερίδας «Η Πρωία», μέχρι το 1934. Εκδίδει το βιβλίο «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη». (Αλλού 1931) Υπογράφει το Αντιπολεμικό Μανιφέστο με άλλους 29 διανοούμενους.

1933 Ιδρυτικό μέλος της Αντιχιτλερικής Επιτροπής Βοηθείας στα Θύματα του Ναζισμού. Επανεκδίδεται το «Φως που καίει» με ουσιαστικές αλλαγές.

1934 Προσκαλείται με τον Δ. Γληνό στο Α΄ Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων. Με την επιστροφή του από την Μόσχα γράφει τις εντυπώσεις του από την ΕΣΣΔ στην εφημερίδα «Ελεύθερος Ανθρωπος» με τον γενικό τίτλο «Τι είδα στην χώρα των Σοβιέτ». Επανεκδίδεται το δοκίμιο «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική».Εξορία και διωγμός

1935 Δημοσιεύονται στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος» τμήματα της αυτοβιογραφίας του με τον γενικό τίτλο «Τριάντα χρόνια ελληνικής ζωής. Τα φιλολογικά απομνημονεύματα ενός μεγάλου λογοτέχνου (Διά να αναζήσει μία ταραχώδης περίοδος της ιστορίας μας)». Συνεργάζεται με τον «Ριζοσπάστη» και τους «Νέους Πρωτοπόρους». Συμμετέχει στο Διεθνές Συνέδριο Συγγραφέων στο Παρίσι και γράφει τις εντυπώσεις του στα «Νεοελληνικά Γράμματα». Εξορίζεται, μαζί με τον Γληνό, από τον Οκτώβρη μέχρι και τον Δεκέμβρη στον Αη – Στράτη και στη Μυτιλήνη απαθανατίζει το γεγονός στο ποίημά του «Εξορία», και με ενθυμήματά του στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος».

1936 Φεύγει από την εφημερίδα «Ανεξάρτητος», επειδή αυτή έκανε αντικομμουνισμό και γίνεται μόνιμος συνεργάτης του «Ριζοσπάστη» μέχρι τη δικτατορία της 4ηςΑυγούστου. Από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου απαγορεύονται τα βιβλία του, στον ίδιο δεν επιτρέπεται να δημοσιογραφεί, αναγκάζεται να γράφει με ψευδώνυμο «Τ. κ. Ζ».

1937 Γράφει στην «Πρωία» ανώνυμα. Καλείται στην Ασφάλεια «δι’ υπόθεσίν σας».

1938 Γράφει στην «Πρωία» ανώνυμα ως μόνιμος συντάκτης όπου δημοσιεύει τις «Φυσιογνωμίες λογοτεχνών».

1939 Αναλαμβάνει την στήλη «Τέχνη και Ζωή» στην «Πρωία». Εκδίδεται το «Ανθρωποι Ζωντανοί». Αποστέλλεται ως δημοσιογράφος στα άσυλα ψυχασθενών και γράφει τις εντυπώσεις του με τίτλο «Ανθρωποι αληθινοί».

1940 Συλλαμβάνεται από την ασφάλεια. Ο Μανιαδάκης τον απειλεί με εξορία αν συνεχίσει να γράφει κατά του φασισμού. «Δεν πολεμάμε τον φασισμό αλλά την Ιταλία», λέει στον Βάρναλη .

1942 – 1944 Συμμετέχει στο ΕΑΜ.

1944 -1947 Γράφει στον «Ριζοσπάστη», στον «Ρίζο της Δευτέρας» και την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση».

1946 Δημοσιεύει στον «Ριζοσπάστη» «Το ημερολόγιο της Πηνελόπης», μετά από εξάμηνη άδεια με αποδοχές που του έδωσε ο Ζαχαριάδης.

1950 Αρχίζει να γράφει το θεατρικό «Ατταλος ο Γ’», που ολοκληρώνεται στα 1954.

1953 Συνεργάζεται με την εφημερίδα «Αλλαγή». Δημοσιεύει σ’ αυτήν σε 55 συνέχειες την μονογραφία «Ηρώδης ο μέγας». Μέχρι το 1958 γράφει το χρονογράφημα στην εφημερίδα «Αυγή».

1955 Υπογράφει την ιδρυτική διακήρυξη της ΕΕΔΥΕ. Εκδίδονται τα «Ποιήματα» (εκλογή του μέχρι τότε ποιητικού του έργου).

1956 Εκλέγεται στο Γενικό Συμβούλιο της ΕΔΑ από την Α΄ Πανελλαδική της Συνδιάσκεψη. Εκδίδονται από τον «Κέδρο» τα «Ποιητικά» όπου περιλαμβάνονται «Το φως που καίει», οι «Σκλάβοι Πολιορκημένοι» και πολύ περιορισμένη εκλογή ποιημάτων της πρώτης περιόδου ως το 1918, δημοσιευμένα σε περιοδικά με εκτενείς διορθώσεις του ποιητή. Εκδίδονται οι «Διχτάτορες», (γράφτηκαν το 1941, σε επιφυλλίδες). Γιορτάζονται τα λογοτεχνικά πενηντάχρονά του, από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, στο θέατρο «Ιντεάλ», με ομιλητές καταξιωμένους ανθρώπους των Γραμμάτων.

1957 – 1958 Εκδίδεται σε δύο τόμους το έργο του «Αισθητικά – Κριτικά». Στο μικρό σημείωμα – πρόλογο – ο ίδιος ο Βάρναλης υπογραμμίζει ότι «σ’ όλα τα θέματα τούτα ζητιέται εξήγηση επιστημονική (κοινωνιολογική) με μέθοδο επιστημονική (διαλεχτικός υλισμός)». Εκδίδονται τα «Σολωμικά» του. Στον τόμο «Πεζός λόγος» περιλαμβάνει δύο από τα τρία διηγήματα των «Μουνούχων» (είχε αποκηρύξει το ένα) και διορθωμένη την «Αληθινή απολογία του Σωκράτη». Αναδημοσιεύεται στην «Επιθεώρηση Τέχνης» ο «Προσκυνητής» χωρίς τις διορθώσεις που είχε κάνει με επιστολή του κατά την πρώτη δημοσίευση.

1958 Επανεκδίδονται οι «Ανθρωποι ζωντανοί», στον ίδιο τόμο περιλαμβάνονται και οι «Ανθρωποι αληθινοί», που είχαν σα θέμα τους τις εντυπώσεις του από τα ψυχιατρεία της χώρας. Δημοσιεύει στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» τα ποιήματα «Παλιολαός», «Ο εχτρός», «Επιτάφιο», «Σκέρτσο». Δημοσιεύει στην «Αυγή» τα άρθρα «Δημοσθένης Βουτυράς», «Ο Κάλβος οδηγός» και τις αναμνήσεις του από τον Παλαμά.

Βραβείο «Λένιν»

1959 Του απονέμεται το βραβείο «Λένιν» για τη συμβολή του στον παγκόσμιο αγώνα για την ειρήνη. Εκλέγεται στη Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ από το Α΄ Συνέδριο της.

1962 Επανεκλέγεται στην Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ από το Β΄ Συνέδριο της.

1963 – 1965 Δημοσιεύει στην «Επιθεώρηση Τέχνης» τα άρθρα «Ο γυρισμός του Μυστριώτη» και «Μοναδικός, ανόμοιαστος, ανεπανάληπτος» (Καβάφης). Εκδίδονται οι «Δικτάτορες» και η τελευταία του ποιητική συλλογή «Ελεύθερος Κόσμος» (1965).

1964 Επίτιμος Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη.

1967 Υιοθετεί την δίχρονη Ευγενία.

1970 Δημοσιεύεται στην «Ισβέστια» και στην αντιδικτατορική εφημερίδα «Ελεύθερη Πατρίδα» που έβγαινε στο Λονδίνο, χαιρετισμός του για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Β. Ι. Λένιν.

1972 Εκδίδεται το θεατρικό του έργο «Ατταλος ο Γ’».

1974 Πεθαίνει στις 16 Δεκεμβρίου στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και κηδεύεται στις 18 Δεκέμβρη στο Α΄ Νεκροταφείο. Η κηδεία του μετατρέπεται σε παλλαϊκή εκδήλωση.

1975 Σε ένδειξη τιμής και μνήμης εκδίδεται η αδημοσίευτη ποιητική συλλογή του «Οργή λαού» με ποιήματα που γράφτηκαν στην περίοδο της δικτατορίας 1967 – 1974.

1976 Επανεκδίδεται ο «Προσκυνητής» που είχε αποκηρύξει ως ιδεαλιστικό ο ίδιος ο Βάρναλης .

1980 Εκδόθηκαν για πρώτη φορά σε βιβλίο τα «Φιλολογικά Απομνημονεύματα», που είχαν δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος» το 1935.

1985 Εκδίδεται η πρώτη ποιητική του συλλογή «ΠΥΘΜΕΝΕΣ». Ο Βάρναλης είχε στείλει τους «ΠΥΘΜΕΝΕΣ» στον Παλαμά, ζητώντας απ’ αυτόν την κριτική και τις συμβουλές του, επιθυμία στην οποία ο Παλαμάς ανταποκρίθηκε. Εντοπίστηκαν στο αρχείο του Παλαμά.

1990 Επανεκδίδονται οι «Σκλάβοι Πολιορκημένοι».

2000 Επανεκδίδεται «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική».

2003 Επανεκδίδεται «Το φως που καίει».Συνειδητή ταξική τέχνη

Ο Βάρναλης δεν παρίστανε, όπως οι αστοί λογοτέχνες, πως δεν κάνει “τέχνη ταξική”, πως η τέχνη του “δεν πολιτεύεται”. Γιατί δεν έκρυβε πίσω από το δάχτυλο την αλήθεια και την έλεγε: “Ολες οι τέχνες “πολιτεύονται”, είτε το ξέρουνε είτε όχι, είτε τους φαίνεται είτε όχι. Κι η επαναστατική τέχνη “πολιτεύεται”, με τη διαφορά πως το ξέρει. Γιατί αν είναι κανείς συντηρητικός από κοινωνική Συνήθεια, γίνεται επαναστάτης μονάχα από γνώση της πραγματικότητας κι από αντίδραση στη Συνήθεια”.

Γιωργος Αντωνακακης   πηγη  ”Ρ”

Comments are closed.