Η βαριά χρήση κάνναβης συνδέεται με τη σχιζοφρένεια
Μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Μάη στο επιστημονικό περιοδικό «Psychological Medicine» δίνει νέα στοιχεία που συνδέουν τη βαριά χρήση κάνναβης με την εκδήλωση σχιζοφρένειας, ιδιαίτερα στους νεαρούς άνδρες. Αναντίρρητα η βαριά χρήση κάνναβης ξεκινά συνήθως από την ελαφριά, «ψυχαγωγική» χρήση της κάνναβης και των παραπροϊόντων της, που σε αρκετές περιπτώσεις οδηγεί σε χρήση και διαφορετικών ναρκωτικών ουσιών (ηρωίνη κ.τ.λ.).
Επιμέλεια: Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Η έρευνα αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη επιδημιολογική διερεύνηση της σχέσης κάνναβης και ψύχωσης και χρησιμοποίησε τα ιστορικά ιατρικά δεδομένα της Δανίας από το 1972 έως το 2021. Συνολικά εξέτασε τα δεδομένα 6,9 εκατομμυρίων ανθρώπων, διαπιστώνοντας ότι το 30% των διαγνώσεων σχιζοφρένειας – 3.000 περιπτώσεις στο σύνολο – θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, αν άντρες ηλικίας 21 έως 30 ετών είχαν αποφύγει τη βαριά χρήση κάνναβης. Το αντίστοιχο ποσοστό αποφυγής σχιζοφρένειας για την ευρύτερη ηλικιακή ομάδα 16 έως 49 ετών θα ήταν 15% για τους άντρες και 4% για τις γυναίκες.
Η επιδημιολογική μελέτη των Δανών επιστημόνων δεν προσφέρει αδιαμφισβήτητες αποδείξεις για τη σχέση κάνναβης και σχιζοφρένειας. Η σχέση αυτή όμως υποστηρίζεται από το γεγονός ότι η χρήση κάνναβης και η ισχύς της έχουν αυξηθεί σημαντικά, από 13% THC (τετραϋδροκανναβινόλη, η σημαντικότερη ψυχοτρόπος ουσία στην κάνναβη) το 2006, στο 30% το 2016, σε παραλληλία με τον ρυθμό αύξησης των διαγνώσεων σχιζοφρένειας. «Αν και αυτό δεν αποδεικνύει την αιτιότητα, δείχνει ότι οι αριθμοί συμπεριφέρονται ακριβώς με τον τρόπο που θα έπρεπε, εφόσον υπήρχε αιτιότητα», δηλώνει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Κάρστεν Χιόρθο, αναπληρωτής καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης. Ως αιτία για την αυξημένη επίδραση της κάνναβης στους νέους σημειώνει το γεγονός ότι ο εγκέφαλός τους ακόμη ωριμάζει στις ηλικίες αυτές. Ανοιχτό παραμένει το ερώτημα αν η επίδραση στους νεαρούς άντρες είναι μεγαλύτερη συγκριτικά με τις νέες γυναίκες λόγω βιολογικών διαφορών που συνδέονται με το φύλο ή επειδή οι νεαροί άντρες κάνουν σε μεγαλύτερο ποσοστό χρήση κάνναβης.
Ο Χιόρθο υποστηρίζει ότι οι ίδιοι οι άνθρωποι μπορούν να αποφασίσουν για τον εαυτό τους και να τον προφυλάξουν. «Αλλά θα πρέπει, εφόσον κάνουν χρήση κάνναβης, να αποφασίσουν με βάση τα δεδομένα και όχι με βάση το παραμύθι ότι η κάνναβη είναι απολύτως αβλαβής και ίσως κάτι που πρέπει να το χρησιμοποιούν όλοι, που είναι ο τρόπος που κινείται ο δημόσιος λόγος».
Ο Ρόμπιν Μάρεϊ, καθηγητής ψυχιατρικής στο Κινγκς Κόλετζ του Λονδίνου και μέλος της αρχισυνταξίας του περιοδικού «Psychological Medicine», θεωρεί ότι η έρευνα των Δανών επιστημόνων εξέτασε στενότερα από κάθε προηγούμενη προσπάθεια ειδικούς παράγοντες (φύλο και ηλικία) για συσχέτιση ανάμεσα στο ναρκωτικό και την ασθένεια, προσθέτοντας στο συσσωρευόμενο ερευνητικό υλικό, που σταδιακά απορρίπτει εναλλακτικές αιτίες, κάνοντας όλο και πιο βάσιμη τη λειτουργία της κάνναβης ως πυροδότη της σχιζοφρένειας.
«Η σχέση αιτίου – αποτελέσματος είναι σχεδόν βέβαιη», υποστηρίζει και προσθέτει: «Είναι προς το παρόν αδύνατο να αποδειχτεί 100%, απόλυτη αιτιακή σχέση ανάμεσα σε έναν περιβαλλοντικό παράγοντα και τη σχιζοφρένεια, επειδή δεν διαθέτουμε ζωικό μοντέλο για τη σχιζοφρένεια. Η επιδημιολογία έδειξε τη σχέση ανάμεσα στο κάπνισμα και τον καρκίνο. Η απόδειξη ήρθε όταν η επάλειψη πίσσας καπνού στο δέρμα ποντικιών τους προκάλεσε καρκινικούς όγκους. Δυστυχώς, δεν ξέρουμε τι πρέπει να προκαλέσουμε σε ένα τρωκτικό, ώστε να αποδειχτεί πως η κάνναβη προκαλεί σχιζοφρένεια».
Πηγή: «Scientific American»