Δημήτρης Μητρόπουλος
1960 Δημήτρης Μητρόπουλος.
Πεθαίνει ο συνθέτης, πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας Δημήτρης Μητρόπουλος. Ηταν από τους λίγους μουσικούς, που μπορούσαν να παίζουν πιάνο, διευθύνοντας ταυτόχρονα την ορχήστρα.
Ο Δημήτρης Μητρόπουλος
Ίσως ο μοναδικός που έπαιζε και, ταυτόχρονα, διηύθυνε τόσο δύσκολα έργα, όπως το «3ο Κοντσέρτο για πιάνο» του Προκόφιεφ, ερμηνεία που σήμανε και την απαρχή της λαμπρής διεθνούς πορείας του. Το ρεπερτόριό του υπήρξε ευρύτατο, ενώ σε πάνω από ογδόντα ανέρχονται τα έργα που παρουσίασε σε πρώτη εκτέλεση. Ανάμεσά τους, συνθέσεις των Χίντεμιτ, Μπάρμπερ, Γκουλντ, Κόπλαντ, Κρένεκ, Καλομοίρη, Σκαλκώτα, Πετρίδη, Σισιλιάνου κ.ά. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η συμβολή του στην καθιέρωση του Μάλερ, σε Αμερική και Ευρώπη, καθώς υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους μεγάλους ερμηνευτές του έργου του συνθέτη.Η φήμη του τον φέρνει το 1936 στην Αμερική, στο πόντιουμ της Συμφωνικής της Βοστόνης.
Η μεγάλη επιτυχία τον οδηγεί το 1938 στη θέση του μόνιμου μαέστρου της Συμφωνικής Ορχήστρας της Μινεάπολης, όπου παρέμεινε έως το 1949, αναδεικνύοντάς τη ως μια από τις καλύτερες αμερικανικές ορχήστρες. Παράλληλα, εμφανίζεται με πολλές άλλες μεγάλες ορχήστρες των ΗΠΑ. Στις 18/3/1949 διηύθυνε την τελευταία συναυλία του με τη Συμφωνική της Μινεάπολης. Ηδη, το FBI είχε ανοίξει φάκελο για τον μαέστρο, ο οποίος συχνά αναφερόταν με θερμά σχόλια στα επιτεύγματα της Σοβιετικής Ενωσης και στον αγώνα της ν’ ανεβάσει το πολιτιστικό επίπεδο των λαών της. Παράλληλα, με τις απόψεις του για την ιδεολογία της αισθητικής στη Σοβιετική Ενωση, ο Δημήτρης Μητρόπουλος κατέκρινε την ανάμειξη των ΗΠΑ στον ελληνικό εμφύλιο, ενώ πρόσαπτε και έλλειμμα μουσικής παιδείας σε όσους αρνούνταν να ακούσουν τους σύγχρονους συνθέτες. Επιπλέον, το FBI είχε αρχίσει να ερευνά τις εκτός σκηνής δραστηριότητες του μαέστρου, πίσω από τον οποίο άρχισε να υψώνεται η σκιά του γερουσιαστή Μακάρθι.
Αξίζει να αναφέρουμε τις εντυπώσεις του από το ταξίδι που πραγματοποίησε στην ΕΣΣΔ, μετά από πρόσκληση των Σοβιετικών μουσικών οργανώσεων, το 1934. «Αν θα με ρωτήσετε πού θα προτιμούσα να εργάζομαι σαν καλλιτέχνης μουσικός, σας λέω απερίφραστα: Χίλιες φορές στη Ρωσία. Πρόκειται για ένα φαινόμενο ομαδικής καλλιτεχνικής ανόδου ενός λαού που θεωρούνταν ίσαμε προχθές μισοπολιτισμένος και κατάλληλος μόνο για βούρδουλα».
Και στην ερώτηση για το ποια είναι η πρώτη εντύπωση που αποκόμισε από τη νεαρή τότε ΕΣΣΔ, αναφέρει τα παρακάτω:
«…Πλήθος εργάτες, απλά ντυμένοι, με ύφος γελαστό και ανέγνοιαστο. Είναι αυτό το ίδιο το κοινό που ‘χει τη δίψα για το θέατρο και τη μάθηση. Μόλις πέρασα μερικές μέρες μέσα σ’ αυτό τον κόσμο άρχισα να νιώθω πως αυτή η μάζα κρύβει μέσα της πολλά μυστικά και γίνεται από μέρα σε μέρα πιο ενδιαφέρουσα. Μου ‘χε φύγει η πρώτη εντύπωση της οπτικής αντίθεσης Μόντε Κάρλο και Πλατείας του Σταθμού της Μόσχας. Στη Μόσχα έπαιξα σε τρία Κοντσέρτα ως διευθυντής και ως πιανίστας σε κλασική ρωσική και δική μου μουσική. Στο Λένινγκραντ έπαιξα κλασική και νέα σοβιετική μουσική με αρκετά μεγάλη επιτυχία. Οι νέοι καλλιτέχνες είναι αρκετά ανώτεροι από πολλούς μεγάλους καλλιτέχνες της Ευρώπης (…) Το ενδιαφέρον των εργατών για την τέχνη, το θέατρο, τον κινηματογράφο είναι ανεπτυγμένο περισσότερο από όλες τις χώρες. Το θέατρο και οι κινηματογράφοι είναι γεμάτοι κάθε βράδυ. Το κράτος ενδιαφέρεται, μπορεί να ειπεί, εξ ίσου για την κατασκευή ενός εργοστασίου με την ανύψωση του καλλιτεχνικού επιπέδου του κόσμου (…) Οι ορχήστρες και οι θίασοι κατεβαίνουν στα εργοστάσια και παίζουν από τις 2-4, οι δε εργάτες παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον, ιδίως θέατρο».
(Απόσπασμα από το βιβλίο «Τι είδαμε στη Σοβιετική Ένωση – Αναμνήσεις – Εντυπώσεις», εκδ. «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», 1968, σελ. 68 – 69). Άφησε την τελευταία του πνοή, μετά από καρδιακή προσβολή, στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου, διευθύνοντας την Τρίτη Συμφωνία του Γκούσταβ Μάλερ. Ήταν η τελευταία πράξη μιας δημιουργικής ζωής απόλυτα δοσμένης στη μουσική, την οποία υπηρέτησε εξαντλητικά και μέχρι τέλους με απίστευτο πάθος, διευθύνοντας πάνω από 2.000 συναυλίες, τις περισσότερες χωρίς χρήση μπαγκέτας.